Του Αββά Ζωσιμά
Ὁ ἀββάς Ζωσιμᾶς ἀναφέρει μία προσωπική του ἐμπειρία, στήν ὁποία φαίνεται καθαρά πῶς ἡ ἀνεξικακία καί ἡ ταπείνωση ὁδήγησαν τόν ἴδιο καί ἕναν ἄλλο ἀδελφό στήν ἀληθινή ἀγάπη.
Ἄς δοῦμε τί λέει λοιπόν:
Εἶχα στή σκήτη ἕναν ἀδελφό ὑποτακτικό, ὁ ὁποῖος προερχόταν ἀπό πλούσιο σπίτι, ἦταν καλομαθημένος καί εἶχε ἀνάγκη ἀπό ἰδιαίτερη πνευματική φροντίδα καί κατανόηση, γιά νά προχωρήσει στήν μοναχική ζωή.
Πράγματι λοιπόν, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τόν κάτηρτησα πνευματικά στό πνεῦμα τοῦ μοναχισμοῦ καί ἔφθασε ὡς τό σημεῖο νά λάβει ἀπό μένα τό Μοναχικό, τό Ἀγγελικό, Σχῆμα.
Αὐτός λοιπόν μία μέρα μου εἶπε:
-Ἀββᾶ, σέ ἀγαπῶ πολύ.
Ἔγω τοῦ ἀπάντησα:
-Ἀκόμη δέν βρῆκα κάποιον πού νά μέ ἀγάπα ὅπως τόν ἀγαπῶ. Τώρα μου λές ὅτι μέ ἀγαπας καί ἔγω σέ πιστεύω. Ἄν ὅμως συμβεῖ κάτι πού νά μή σού ἀρέσει, δέν θά παραμείνεις ὁ ἴδιος. Ἔγω ὅμως, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ότι καί νά πάθω ἀπό σένα, θά παραμείνω ὁ ἴδιος ἀπέναντί σου καί τίποτε δέν θά μπορέσει νά μέ ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀγάπη σου.
Πέρασε, πραγματικά, λίγος καιρός καί δέν γνωρίζω γιά ποιό λόγο ἤ τί τοῦ συνέβη - διότι δέν συγκατοικούσαμε πιά μαζί- καί ὁ ἀδελφός ἄρχισε νά διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου πολλά φοβερά, ἀκόμη καί αἰσχρά.
Εγώ, μόλις πληροφορήθηκα ὅλα ὅσα ἔλεγε ἐνάντιόν μου, εἶπα στόν ἑαυτό μου:
-Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι «καυτήριο» τοῦ Ἰησοῦ καί στάλθηκε γιά νά θεραπεύσει τήν κενόδοξη ψυχή σου. Αὐτός, πραγματικά, εἶναι εὐεργέτης σου.
Καί ὄντως τόν θεωροῦσα σάν γιατρό καί θεράπευτή μου καί προσευχόμουνα διάπυρα γι' αὐτόν.
Ἐνῶ σ' αὐτούς πού μου μετέφεραν τά λόγια τό ἀπαντοῦσα:
-Ὁ ἀδελφός γνωρίζει ὅσα ἐλαττώματά μου εἶναι φανερά, καί ὄχι ὅλα, πολύ ἐλάχιστα. Ἀναφέρει λοιπόν ὅσα γνωρίζει. Ἔχω ὅμως καί πολλά ἀλλά πού διαφεύγουν τήν προσοχή του. Μετά λοιπόν ἀπό ἀρκετό καιρό ὁ ἀδελφός αὐτός μέ συνάντησε στήν Καισαρεια τῆς Καππαδοκίας.
Καί κατά τήν συνήθειά του μέ ἀγκαλίασε καί μέ ἀσπάσθηκε ἀδελφικά. Καί ἔγω ἐπίσης ἔκανα τό ἴδιο, σάν νά μή συνέβαινε τίποτε.Τό ἴδιο πράγμα ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Ἐνῶ δηλαδή ἔλεγε τέτοια φοβερά λόγια ἐνάντιόν μου, κάθε φόρα πού μέ συναντοῦσε, μέ ἀγκαλίαζε θερμά καί μέ ἀσπαζόταν. Καί ἔγω τοῦ ἀνταπέδιδα θερμό τόν χαιρετισμό, χωρίς νά τοῦ δίνω καμμία ὑποψία ὅτι ἔχω μάθει ὅσα διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου.
Οὔτε τοῦ φανέρωνα κάποια λύπη γιά τίς συκοφαντίες του, ἄν καί τίποτε ἀπ' ὅσα ἔλεγε δέν ξέφευγε ἀπό τά αὐτιά μου. Κάποια μέρα λοιπόν, ὕστερα ἀπ' αὐτά, μέ ξανασυνάντησε καί ἔτρεξε, ὡς συνήθως κοντά μου, ἀλλά αὐτή τή φορά ἔπεσε στά ποδιά μου, τά κράτησε σφιχτά, καί μοῦ εἶπε:
-Συγχώρεσε μέ Ἀββᾶ, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κύριου, γιατί πολλά φοβερά καταλάλησα ἐναντιον σού καί ἐσύ εἶσαι καθαρός καί ἄδολος. Ἔγω τότε τόν σήκωσα ἐπάνω, τόν ἀσπάσθηκα καί τοῦ εἶπα χαριεντιζόμενος:
-Θυμᾶσαι, ἀδελφέ, πού κάποτέ μοῦ εἶπες «σέ ἀγαπῶ πολύ» καί ἔγω σοῦ ἀπάντησα ὅτι «ἀκόμη δέν βρῆκα κάποιον νά μέ ἀγάπα ὅπως τόν ἀγαπῶ»; Θά θυμᾶσαι ἀσφαλῶς καί τά ὑπόλοιπα πού σοῦ ἔλεγα. Θέλω νά ξέρεις ὅτι τίποτε δέν μοῦ διέφευγε ἀπό ὅσα διέδιδες ἐναντιόν μου. Μάθαινα τά πάντα, καί τό μέρος πού τά ἔλεγες καί σέ ποιούς τά ἔλεγες. Οὐδέποτε βέβαια τά διέψευσα καί οὔτε εἶπα σέ κανέναν «δέν εἶναι ἔτσι ὅπως τά λέει ὁ ἀδελφός».
Οὔτε παρασύρθηκα, μέ τή Χαρη τοῦ Ἅγιου Θεοῦ, νά πῶ σέ κάποιον κακό λόγο γιά τό δικό σου πρόσωπο. Ἀλλά ἔλεγα σ' αὐτούς ποῦ μοῦ μετέφεραν τίς κατηγορίες σου, ὅτι «αὐτά πού λέει ὁ ἀδελφός τά λέει ἀπό ἀγάπη, γιατί θέλει νά εἶμαι σωστός μοναχός».
Καί οὐδέποτε ἔπαυσα νά προσεύχομαι γιά σενα. Θά σοῦ πῶ κάτι ἀκόμη, ἀδελφέ, γιά νά καταλάβεις ὅτι ἡ ἀγάπη μου παρέμεινε ἀναλλοίωτη πρός τό πρόσωπό σου. Ὅταν κάποτε πόνεσε τό μάτι μου παρά πολύ καί κυνδυνευσα νά τό χάσω, ἀμέσως, σέ θυμήθηκα, ἔκανα τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί εἶπα:
- Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, μέ τίς εὐχές τοῦ ἀδελφοῦ μου (τάδε), κᾶνε μέ καλά. Καί ἀμέσως θεραπεύθηκα. Ἀπό τότε, συνέχισε ὁ ἄββας Ζωσιμας, ὁ ἀδελφός ἐκεῖνος ἀπέκτησε τέλεια ἐμπιστοσυνη σέ μένα, σταμάτησε νά μέ κατηγορεῖ, μέ ὑπερεκτιμοῦσε καί μέ ἀγαποῦσε ἀληθινά.
Στή συνέχεια πρόσθεσε:
Ἐμεῖς δέν γνωρίζουμε πώς νά κερδίσουμε τήν ἀγάπη καί τήν ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν μας. Διότι, ἄν ταπεινωθεῖ κάποιος καί ἀνεχθεῖ τόν ἀδελφό του, ὁ ἀδελφός του θά συναισθανθεῖ τήν ταπείνωση καί τήν ἀνεξικακία τοῦ καί θά ἀνάψει μέσα στήν καρδία τοῦ ἰσχυρή ἀγάπη καί ἐκτίμηση γιά τό πρόσωπό του, ἀλλά θά κερδίσει ταυτόχρονα καί τήν ψυχή του.
ΠΗΓΗ: Αναβάσεις,
1. Ἐκ τοῦ Εὐεργετινου. τόμ. Β' σέλ 76., Ἡ Στολή τῆς Θεότητος, Η Ταπείνωση κατά τούς Πατέρες, σσ. 98-101, Ἐκδόσεις « ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου