Τον
3ο αι. μ.Χ. στην Αλεξάνδρεια συναντάται ο Χριστιανισμός με τον
Νεοπλατωνισμό, το τελευταίο ρεύμα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας[1]. Βασικός
εκπρόσωπος του Χριστιανισμού την εποχή εκείνη υπήρξε ο Ωριγένης και του
Νεοπλατωνισμού, ο Πλωτίνος[2].
Ο Νεοπλατωνισμός υπήρξε ένα δυνατό
φιλοσοφικό κίνημα με θρησκευτικές αντιλήψεις, με ερμηνευτικά στοιχεία
βασιζόμενο στην πλατωνική και αριστοτελική φιλοσοφία αλλά συγχρόνως εισάγει ένα
νέο τρόπο σκέψης, κρίσης και ερμηνείας, πέραν της υπάρχουσας φιλοσοφίας[3]. Εμφανίσθηκε
ως κίνημα αντίδρασης κατά του Χριστιανισμού, αποτελεί την αποκορύφωση της
μεταφυσικής που καταλήγει σε θρησκεία και ιδρυτής του υπήρξε ο Αμμώνιος Σακκάς
(175-242 μ. Χ.)[4].
Ο Πλωτίνος είναι ο κυριότερος εκπρόσωπος
του Νεοπλατωνισμού. Γεννήθηκε στην Αίγυπτο το 204 μ.Χ. και μεγάλωσε στην
Αλεξάνδρεια. Ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία, κοντά σε Αλεξανδρινούς δασκάλους,
ωστόσο ο μόνος που τον ενέπνευσε ήταν ο φιλόσοφος Αμμώνιος Σακκάς[5].
Διακρίνουμε τρεις περιόδους εξέλιξης της φιλοσοφίας
του Νεοπλατωνισμού: πρώτη, την προερχόμενη και στηριζόμενη στη διδασκαλία του
Πορφύριου και Αμέλιου (περ. 232-305 μ.Χ.), μαθητών του Πλωτίνου. δεύτερη,
των σχολών της Συρίας και Περγάμου προερχόμενες από τη διδασκαλία του Ιάμβλιχου
(πέθανε περ. το 326 μ.Χ.) και τρίτη, των σχολών της Αθήνας και Αλεξάνδρειας (5ος – 6ος αι. μ. Χ.) με κύριους εκπροσώπους τους Πρόκλο και Δαμάσκιο[6].
Η
συνάντηση και συμπόρευση του Χριστιανισμού με τον Νεοπλατωνισμό διατηρήθηκε για
αιώνες παρά τις όποιες αντιθέσεις και συγκλίσεις, διακόπηκε όμως το 529 μ. Χ.
όταν με διάταγμα του αυτοκράτορος Ιουστινιανού, έκλεισε η σχολή των Αθηνών[7]. Ο
Νεοπλατωνισμός σχετίσθηκε με το Χριστιανισμό σε μεγάλο βαθμό, όσο κανένα άλλο
φιλοσοφικό σύστημα[8].
Στην πορεία κατόρθωσε ο Χριστιανισμός να επιβληθεί στην Ελληνική Φιλοσοφία.
Για τον Νεοπλατωνισμό η βασική θεωρία
<< Περί των τριών αρχικών υποστάσεων >> του Πλωτίνου, ορίζει τους
στόχους αυτού, όπου μετά από ανάλυση των συστατικών στοιχείων του κόσμου,
προβαίνει στη θεμελίωση του αξιώματος για την αληθινή θεϊκή πραγματικότητα[9]. Οι
τρεις αυτές υποστάσεις που συνθέτουν την ενοποιημένη αληθινή πραγματικότητα,
είναι, το << Εν >>, ο << Νούς >> και η <<Ψυχή>>[10].
Βασικές μεταφυσικές αρχές του Νεοπλατωνισμού
είναι ότι η τάξη, η οποία είναι η ύπαρξη του παντός, στηρίζεται στην ενότητά
του και ότι η αιτία είναι πάντα πιο τέλεια από το αποτέλεσμά της[11].
Οι Νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι έχουν να
αναδείξουν στοιχεία φιλοσοφικού στοχασμού κυρίως στη μεταφυσική Οντολογία,
Κοσμολογία και Γνωσιολογία[12]. Ο
Νεοπλατωνισμός, άλλωστε, προκύπτει υπό όρους μίας ιστορικής, κοινωνικής και
ευρύτερης πολιτιστικής αναγκαιότητας[13]. Τα
διάφορα αυτοκρατορικά σχήματα επιβάλλονται με τρόπο απολυταρχικό και στον χώρο
της λειτουργίας της πολιτείας. Απουσιάζει κάθε είδους πολιτική πράξη. Ο άνθρωπος αναζητεί την λύτρωσή του ως ύπαρξη
μέσα στον εσωτερικό του κόσμο και στην επικοινωνία του με το θείο. Σύμφωνα με
τον Wallis, «η έλλειψη ενδιαφέροντος του Νεοπλατωνισμού για την πολιτική σκέψη
προκύπτει ξεκάθαρα από την έλλειψη του ελεύθερου διαλόγου, όπως επιβαλλόταν από
τη δομή της αυτοκρατορίας»[14].
Βασικές θέσεις του Νεοπλατωνισμού αποτελούν: << η θεωρία περί του
Ενός ή του Αγαθού>>, << η σχέση του Εκείθεν με το
Εντεύθεν>>, << η θεωρία περί των διαμέσων>> κ.ά.[15].
ΤΖΙΟΡΤΖΙΟΣ
ΝΙΚΟΛΑΟΣ
Θεολόγος
[1] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, Η Ορθοδοξία ως Κληρονομιά: Θεολογία και Φιλοσοφία στην Εποχή των Πατέρων, τ. Γ’, (Πάτρα: Ε.Α.Π., 2008), 124.
[2] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, ό. π., 124.
[3] Στ. Παπαδόπουλου, Πατρολογία Α’, (Αθήνα, 1977), 154-155.
[4] Σ. Γκίκας, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμ. 10, 450.
[5] Ε. Θεοδώρου, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία, Τόμ. 10, 449.
[6] R. T. Wallis, Νεοπλατωνισμός, μτφρ. Γιάννης Σταματέλλος,(Αθήνα: Αρχέτυπο, 2002), 19-20.
[7] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, ό. π., 124.
[8] Στ. Παπαδόπουλου, ό. π., 156.
[9] R. T. Wallis, ό. π., 20-21.
[10] R. T. Wallis, ό. π., 21
[11] R. T. Wallis, ό. π., 21.
[12] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, ό. π., 126.
[13] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, ό. π., 126.
[14] R. T. Wallis, ό. π., 29.
[15] Α. Μαράς, Η. Τεμπέλης, Χ. Τερέζης και Σ. Τριαντάρη, ό. π., 128-129.
https://koinwniagnwsis.gr