Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

«Μη μέτρει σεαυτόν εν παντί έργω σου» (Αββάς Ησαΐας)

DSCN0720


Μην κάθεσαι να κρίνης τον εαυτό σου για κάτι που έχεις κάνει – κάλο, κακό, αρετή, αμαρτία, ή να τον συγκρίνεις με τους άλλους.
Πόσες φορές το αντιμετωπίζουμε αυτό! Ας επιλανθανώμεθα των όπισθεν και ας μην μας ενδιαφέρη το τι κάναμε. Διότι, εξετάζοντας τι κάναμε, ανακαλύπτουμε ότι κάναμε κάτι σπουδαίο ή κάτι κακό, κάτι μεγαλύτερο και ωραιότερο και επιτυχέστερο από αυτό που κάνει ο άλλος, ή κάτι μικρότερο. Είτε καθ’ εαυτό το κρίνουμε είτε εν σχέσει προς τον άλλον, θα περιπέσωμε σε μια από τις δύο παγίδες: ή στην υπερηφάνεια, αν θα είναι καλό η καλύτερο, ή στην απογοήτευση, στην κακομοιριά, στην κατάπτωσι της υπάρξεως μας, αν δεν είναι καλό. Διότι, όσο και αν νομίζουμε ότι είμαστε ώριμοι, όσο και αν πιστεύουμε ότι έχομε δύναμι, μέσα μας φέρομε την αδυναμία του Αδάμ και της Εύας, το εύθραυστο εγώ, που μας κληροδότησαν οι προπάτορες μας.
Για να μένης λοιπόν ατάραχος στους λογισμούς σου, ποτέ μην κάθεσαι να λογαριάσης τι έκανες. Αυτό ισχύει για κάθε τι που μας συμβαίνει.
Πως όμως θα εξομολογηθώ, εάν δεν κρίνω; Στην εξομολόγηση δεν κάνω ανάλυσι των έργων μου, αλλά αναφορά των αμαρτημάτων μου. Αυτό είναι διαφορετικό, διότι δεν αξιολογώ τα έργα μου, απλώς τα αναφέρω. Δεν κάθομαι προηγουμένως να σκεφθώ τι έκανα και τι δεν έκανα, διότι αυτό δημιουργεί πνιγηρή ατμόσφαιρα στην ψυχή μου.
Εάν διαπιστώσουμε ότι πάμε καλύτερα, καταλαβαίνετε σε τι βαθμό εγωισμού μπορούμε να πέσουμε. Το «μη μέτρει σεαυτόν εν παντί έργω σου» είναι πραγματική σοφία. Οι περισσότεροι, όταν πέφτωμε, πέφτομε και γι’ αυτόν τον λόγο, ή τον χρησιμοποιούμε για να δικαιολογούμε τα πάθη μας. Αμάρτησα, λόγου χάριν, μια φορά και μετά λέγω: Τι ωφελεί τώρα να μετανοήσω; Τι κακομοιριά! Πόσο καταρρακώνεται έτσι το είναι μας!
Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτη
           http://www.diakonima.gr/

Ο καθένας μας κουβαλά στην καρδιά του το περιβάλλον όπως τό ζει



Κάποτε κάποιος νεαρός μόλις έφτασε σε μια Όαση στη μέση της Ερήμου της Ιουδαίας, συνάντησε τον γέρο - Ελισαίο και τον ρώτησε:
-Τι είδους άνθρωποι ζουν σ’ αυτόν τον τόπο, γέροντα;
-Τι είδους άνθρωποι ζούσαν στον τόπο σου, παιδί μου; Ρώτησε με τη σειρά του ο γέροντας.
- Μια κοινωνία εγωιστών και κακών, απάντησε ο νεαρός, είμαι χαρούμενος που έφυγα από κοντά τους.
-Τους ίδιους θα βρεις κι εδώ, παιδί μου, απάντησε στοχαστικά ο γέρο - Ελισαίος.

Την ίδια μέρα πέρασε από την Όαση να πιει νερό και να ξεκουραστεί ένας άλλος νεαρός και ρώτησε τον γέρο - Ελισαίο:
Γέροντα, τι είδους άνθρωποι ζουν εδώ;
Ο γέροντας απάντησε με την ίδια ερώτηση:
-Τι είδους άνθρωποι ζουν στον τόπο από τον οποίο έρχεσαι, παιδί μου;
Ο νεαρός απάντησε:
-Μια θαυμάσια ομάδα ανθρώπων, φιλική, ειλικρινής, φιλόξενη. Είναι πολύ λυπηρό που πρέπει να τους αφήσω.
-Τον ίδιο τύπο ανθρώπων θα συναντήσεις κι εδώ, είπε ο γέρο- Ελισαίος.

Ο μικρός εγγονός του που άκουσε τις συνομιλίες τον ρώτησε σαν έμειναν οι δυο τους:
-Παππού, πώς γίνεται να δώσεις τόσο διαφορετικές απαντήσεις στην ίδια ερώτηση;
Κι ο γέρο-Ελισαίος απάντησε:
-Άκου, παιδί μου. Ο καθένας μας κουβαλά στην καρδιά του το περιβάλλον στο οποίο ζει. Αυτός, που δε βρήκε τίποτε καλό στα μέρη από όπου πέρασε δεν θα συναντήσει ούτε κι εδώ κάτι καλό. Εκείνος που συνάντησε φίλους εκεί θα βρει κι αυτό μην το ξεχνάς ποτέ καθώς θα μεγαλώνεις εδώ. Κι αυτό διότι στην πραγματικότητα η ψυχική στάση είναι το μόνο πράγμα στη ζωή μας που μπορούμε να ελέγχουμε απόλυτα. Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ καθώς θα μεγαλώνεις!

http://amethystosbooks.blogspot.gr/

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Ορθόδοξη πίστη και ζωή

Γράφει ο Μοναχός ΜΩΥΣΗΣ, Αγιορείτης

Η πίστη δεν είναι κάποια αόριστη και αφηρημένη θεωρία, μια ωραία ιδεολογία και μια συμφέρουσα θρησκευτική άποψη. Η ορθόδοξη πίστη είναι βίωμα, ήθος, τρόπος ζωής και υπάρξεως.
Πίστη σημαίνει η ζωή του Χριστού να γίνει ζωή μου. Θα καταθέσω τη σκέψη μου ως ένας απλός πιστός, ένας ταπεινός μοναχός, ένας ειλικρινής άνθρωπος.
Η σύνδεση με τον Χριστό μας οδηγεί σε όλη την αλήθεια. Ο μεγάλος Θεός γίνεται μικρός, προσφιλής και οικείος, για να χωρέσει στον νου και στην καρδιά μας. Ο άνθρωπος από άτομο γίνεται πρόσωπο αγαπώντας ανιδιοτελώς και θυσιαστικώς...
Η ηθική ζωή συνίσταται στην ελεύθερη τήρηση των ευαγγελικών αρετών. Στην αγαθοεργία και την παθοκτονία. Κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, έστω και αν παραστράτησε και αιχμαλωτίστηκε, διατηρεί τη μοναδικότητα και ιερότητα του «κατ’ εικόνα». Κάθε άνθρωπος με τη συνείδησή του έχει πνοή Θεού μέσα του και ως εκ τούτου είναι αξιότιμος αξιοσέβαστος και αξιοπρόσεκτος. Αξίζει τη συμπάθειά μας. Η τιμή και η αγάπη δεν θα πρέπει να ανήκει μόνο στους μεγάλους, τους κατέχοντες,
τους νέους, τους ωραίους, τους ευφυείς και ηθικούς, αλλά και στους διανοητικώς και σωματικώς ανάπηρους, τους υπέργηρους, τους ανήμπορους και τους άσημους φτωχούς.
Η ορθόδοξη πίστη κάνει τον άνθρωπο να μην απελπίζεται ποτέ. Μάλιστα τον οδηγεί στη δωρεά, στην ευεργεσία, στη φιλανθρωπία, στη συμπαράσταση και στην ανακούφιση. Βλέποντας ο πιστός στο πρόσωπο του άλλου τον Χριστό γίνεται πιο ανεκτικός, πιο επιεικής, πιο φιλικός, πιο συγκαταβατικός, πιο συγχωρητικός και υποχωρητικός. Η Ορθοδοξία δεν αντιμάχεται την επιστήμη. Τον επιστήμονα όμως τον θέλει σεμνό, ταπεινό, ήπιο και καλοκάγαθο. Δεν τον θέλει αυθάδη, αντάρτη, αυθαίρετο, ασεβή και αρνησίθεο. Όσους δεν πιστεύουν δεν θα πρέπει να τους βλέπουμε με την άκρη του ματιού μας βιαστικά. Κάποιον πόνο μεγάλο έχουν, κάποια αντίδραση, κάτι που δεν τους αφήνει να εκφραστούν εγκάρδια.
Η υπερηφάνεια θα πρέπει να είναι άγνωστη στον γνήσιο ορθόδοξο πιστό. Η υπερηφάνεια αύξησε τις ψυχικές διαταραχές, τα άγχη, τις θλίψεις, τις απογοητεύσεις, τις καχυποψίες, τις φαντασίες, τις απομονώσεις και τις ταραχές. Έτσι ανικανοποίητος και ανισόρροπος ταλαιπωρείται ο ίδιος και ταλαιπωρεί και τους άλλους. Ο πιστός Χριστιανός έχει τη γλυκιά χαρά της ταπεινώσεως και ικανοποιείται παντού και πάντοτε. Ο ενστερνισμός της παραμελημένης αγίας ταπεινώσεως θα εξισορροπήσει και θα ανορθώσει τον πεσμένο άνθρωπο.
Θα πρέπει η ορθόδοξη πίστη να μεταποιηθεί και εκσυγχρονιστεί για να ικανοποιήσει τους σύγχρονους ανθρώπους; Πιστεύουμε ακράδαντα όχι. Ο Χριστός επανερχόμενος στον κόσμο θα έλεγε τα ίδια πράγματα. Η καρδιά του ανθρώπου πάντα ζητά την αλήθεια. Αυτή την αλήθεια καλούμαστε να προσφέρουμε με περισσή αγάπη. Οι εκπτώσεις εδώ δεν ωφελούν, όπως και τα δυσβάστακτα φορτία. Δεν θα αυξήσουμε τους ακόλουθούς μας με το να τους χαϊδεύουμε τα αυτιά. Σκοπός μας δεν είναι να δημιουργήσουμε οπαδούς που θα μας χειροκροτούν και επιδοκιμάζουν. Το κυρίως ζητούμενο είναι η αγιότητα. Η αγιότητα θα σώσει τον κόσμο. Μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία συνεχίζει να γεννά και σήμερα αγίους.
Καλούμαστε, αγαπητοί μου, να βιώσουμε, να δοξάσουμε και να εμπνεύσουμε την αγιότητα. Η απόκτηση της αγιότητας δεν είναι προς αύξηση των μετοχών μας προς την επαινοθηρία, αλλά από μεγάλη αγάπη προς τον Θεό και προς τη δόξα του. Από φιλότιμο και αγώνα για μια ζωή ενάρετη, ευχάριστη, ησύχια και ελεύθερη. Πηγή του αγιασμού είναι ο Πανάγαθος Θεός, που αποτελεί τη μοναδική αυτοαγιότητα. Μόνο με τη Χάρη του Θεού μπορούμε να φθάσουμε στην αγιότητα. Η ανεξαρτητοποιημένη αυτοθέωση είναι άγνωστη στην ορθόδοξη πνευματική ζωή.
Όπως και άλλοτε έχουμε πει ο κύριος λόγος της υπάρξέώς μας είναι η συνάντηση με τον Θεό. Η πορεία μας προς τον αγιασμό δεν είναι μία καθαρά ιδιωτική υπόθεση. Υπάρχει μέσα στο σώμα της Εκκλησίας και στην ορθόδοξη παράδοση. Επηρεάζει η κίνησή μας αυτή και τους γύρω μας, τους οποίους βοηθάμε καλύτερα με το παράδειγμα. Γινόμαστε τότε πιο συγκαταβατικοί, πιο συνεννοήσιμοι, πιο ευχάριστοι. Η αλήθεια να ομολογείται άφοβα πάντοτε, αλλά χαμηλόφωνα, τεκμηριωμένα, ήπια.
Η ορθόδοξη πίστη μας οδηγεί στην προσευχή για τους άλλους, στο να δίνουμε παρά να παίρνουμε, να χαιρόμαστε στη χαρά του άλλου, να λυπούμαστε στη λύπη του, να σκεπτόμαστε τον αιώνιο προορισμό μας, να μάθουμε να υπομένουμε, να ελπίζουμε, να εγκρατευόμαστε και να χαιρόμαστε την απλότητα και τη λιτότητα.

πηγή: Μακεδονία, 19/2/2012
http://paterikos.blogspot.gr/

Περί της ώρας του θανάτου – Άγιος Λουκάς ο Ιατρός

Πριν γίνει ο προφήτης Δαβίδ βασιλιάς του Ισραήλ υπηρετούσε τον βασιλιά Σαούλ. Ο Σαούλ, επειδή γνώριζε ότι ο Δαβίδ θα πάρει το θρόνο, τον καταδίωκε, προσπαθώντας να τον θανατώσει. Μια φορά όταν η ζωή του κινδύνευε, ο προφήτης Δαβίδ είπε σ' αυτούς που ήταν τότε μαζί του· «Ένα βήμα με χωρίζει από τον θάνατο» (Α' Βασ. 20, 3).

Θυμήθηκα τώρα αυτά τα λόγια γιατί πριν μία εβδομάδα έπρεπε να τα πω και εγώ. Ένα μόνο βήμα με χώριζε από το θάνατο. Για ένα διάστημα ήμουν σχεδόν πεθαμένος, σχεδόν καθόλου δεν είχα σφυγμό και η καρδιά μου παρά λίγο να σταματήσει να χτυπά. Αλλά ο Κύριος με σπλαχνίστηκε. Και τώρα ακόμα είμαι αδύναμος και μόνο καθισμένος μπορώ να μιλάω με σας.
Θέλω να σας πω κάτι πολύ σημαντικό, θέλω να σας πω για την μνήμη του θανάτου, διότι ο θάνατος βρίσκεται πολύ κοντά στον καθένα μας, όπως ήταν τόσο κοντά σε μένα το προηγούμενο Σάββατο. Ο καθένας από μας μπορεί να πεθάνει ξαφνικά, τότε που δεν περιμένει. Γνωρίζετε ότι η ζωή πολλών ανθρώπων τελειώνει ξαφνικά και απρόοπτα.
Να θυμάστε πάντα, χαράξτε στην καρδιά σας τον λόγο αυτό του Χριστού· «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι» (Λκ. 12, 35). Να θυμάστε πάντα τον λόγο αυτό και ποτέ να μην τον λησμονήσετε. Όταν οι άνθρωποι ετοιμάζονται να περπατήσουν ένα μακρύ δρόμο ή να κάνουν μία δύσκολη εργασία δένουν στη μέση τους το ζωνάρι. Και όταν περπατάνε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας έχουν μαζί τους λυχνάρια και είναι σημαντικό γι' αυτούς τα λυχνάρια αυτά να είναι πάντα αναμμένα.

Το ίδιο και στην πνευματική μας ζωή, η μέση μας πρέπει να είναι ζωσμένη και τα λυχνάρια μας αναμμένα. Πρέπει να είμαστε ακούραστοι εργάτες του Θεού και να αγωνιζόμαστε πάντα κατά του διαβόλου, ο οποίος σε κάθε μας βήμα προσπαθεί να μας αποτρέψει από τον Χριστό και να μας θανατώσει με τους πειρασμούς. Γι' αυτό ο Κύριος Ιησούς Χριστός μας έδωσε αυτή την εντολή· «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι».
Ποτέ να μην λησμονείτε ότι η επίγεια ζωή μάς δόθηκε για να προετοιμαστούμε για την ζωή την αιώνια και η τύχη μας στην αιώνια ζωή θα κριθεί απ’ αυτό, πώς ζήσαμε εδώ.
Να είστε πιστοί στον Χριστό, πιστοί με τον τρόπο που ο ίδιος έδειξε στην Αποκάλυψη του αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου. Εκεί Αυτός λέει· «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής» (Απ. 2, 10).
Πρέπει να είμαστε πιστοί στον Θεό, πρέπει ακούραστα κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε στιγμή να υπηρετούμε τον Θεό. Η ζωή μας είναι σύντομη, δεν μπορούμε να σπαταλάμε άσκοπα αυτές τις λίγες ώρες και ημέρες της ζωής μας, πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε την ώρα του θανάτου.
Όλοι οι άγιοι ασκητές είχαν πάντα στο νου τους την μνήμη του θανάτου. Μέσα στα κελλιά τους είχαν κρανίο για να το βλέπουν και να θυμούνται το θάνατο. Με δάκρυα το κοιτούσαν, σκεφτόμενοι ότι και αυτοί θα ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο. Υπηρετούσαν ακούραστα τον Θεό και δούλευαν εις τον Κύριον, όπως το έκανε ο όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ. Εκείνοι, όπως και εσείς, άκουγαν κάθε μέρα στον εσπερινό τα λόγια του 33ου ψαλμού· «Θάνατος αμαρτωλών πονηρός» (Ψαλ. 33, 22). Όπως και εσείς, άκουγαν και αυτοί· «Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος των όσιων αυτού» (Ψαλ. 115, 6). Φοβερό θάνατο έχουν οι αμαρτωλοί. Και έχω δει πολλά παραδείγματα. Όμως ένα γεγονός που έχω δει πρίν 40 χρόνια τόσο βαθιά αποτυπώθηκε στη μνήμη μου που δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Ήμουν τότε επαρχιακός γιατρός και με κάλεσαν στο σπίτι ενός πολύ γνωστού σ' εκείνη την περιοχή πλούσιου γαιοκτήμονα, που ήταν άνθρωπος πολύ κακός. Όταν μπήκα μέσα στο σπίτι του μού έκανε εντύπωση η ακαταστασία που υπήρχε εκεί. Άνθρωποι έτρεχαν από δω και από κει. Πάνω στο κρεβάτι ήταν ξαπλωμένος ένας γέρος με πρόσωπο κατακόκκινο που μόλις με είδε άρχισε κυριολεκτικά να ουρλιάζει. Έλεγε· «Γιατρέ, παρακαλώ, σώσε με! Πεθαίνω και μόνο με τη σκέψη, ότι μπορώ να πεθάνω».
Πού ήταν πριν εκείνος ο άνθρωπος, τι σκεφτόταν όταν ταλαιπωρούσε τους άλλους; Τι σκεφτόταν όταν τους έπαιρνε όλα τους τα χρήματα; Τώρα ο θάνατος ήλθε, είναι εδώ και είναι αργά πλέον να λες· «Πεθαίνω και μόνο με τη σκέψη, ότι μπορώ να πεθάνω». Θα έπρεπε η ζωή σου να ήταν τέτοια ώστε να μην φοβάσαι τον θάνατο.
Ποιος δεν φοβάται τον θάνατο; Μόνο αυτός που ακολουθεί τον Χριστό, που όλη την ζωή του κατευθύνει με σκοπό να τελεί τις εντολές του. Τέτοιοι άνθρωποι δεν φοβούνται τον θάνατο. Γνωρίζουν την υπόσχεση που έδωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στους μακαρισμούς· «Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς» (Μτ. 5, 12).
Τελείως διαφορετικός ήταν ο θάνατος των αγίων. Ο άγιος Σεραφείμ πέθανε γονατισμένος μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, στην οποία προσευχόταν πάντα. Έτσι στεκόμενος στα γόνατά του κοιμήθηκε και ήταν τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του.
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός μας λέει· «Περιπατείτε έως το φως έχετε, ίνα μη σκοτία υμάς καταλάβη» (Ιω. 12, 35). Ακόμα έχετε το φως του Χριστού, ακόμα έχετε την δυνατότητα να πηγαίνετε στο ναό, να ακούτε τις εντολές, να ακούτε το Ευαγγέλιο. Να περπατάτε μέσα σ' αυτό το φως. Γιατί, όταν έλθει ο θάνατος, το φως αυτό θα σβήσει για σας. Πέραν του τάφου δεν υπάρχει μετάνοια και θα πάρετε ανταπόδοση σύμφωνη με όσα έχετε κάνει στη ζωή σας.
Περπατάτε λοιπόν στο φως όσο έχετε το φως, για να μην σας καταλάβει το σκοτάδι, το σκοτάδι το αιώνιο, το σκοτάδι του θανάτου. Ο θείος απόστολος Παύλος λέει· «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β' Κορ. 6, 2). Τώρα, όσο ζούμε, είναι για μας καιρός ευπρόσδεκτος, καιρός σωτηρίας. Τώρα πρέπει να σκεφτόμαστε την σωτηρία μας και να προετοιμαζόμαστε για την αιώνια ζωή. Αυτό κάνουν όλοι οι χριστιανοί, όλοι όσοι αγαπάνε τον Χριστό.
Πριν 70 χρόνια ζούσε στην Αγία Πετρούπολη ένας γιατρός που λεγόταν Γαάζ. Αυτός υπηρετούσε στις φυλακές και είχε καρδιά αγαθή, καρδιά γεμάτη ευσπλαχνία και αγάπη για τους ανθρώπους. Από την θέση του, του γιατρού των φυλακών, προσπαθούσε όσο μπορούσε να βοηθήσει τους δυστυχισμένους ανθρώπους που κρατιούνταν εκεί. Έβλεπε πως έστελναν στα κάτεργα αλυσοδέσμιους κατάδικους, γνώριζε ότι θα περπατήσουν με τα πόδια χιλιάδες βέρστια μέχρι να φτάσουν στην Σιβηρία και η καρδιά του έσφιγγε από τον πόνο. Για να αισθανθεί τον πόνο τους μια φορά φόρεσε στα πόδια του αλυσίδες και περπατούσε μ' αυτές ώρες στην αυλή του σπιτιού του. Όταν βρισκόταν στην κλίνη του θανάτου, ο άγιος αυτός άνθρωπος και γιατρός, είπε στους συγκεντρωμένους γύρω του ανθρώπους τα εξής θαυμαστά λόγια, τα οποία πρέπει να τα βάλουμε καλά στο νου μας· «Να βιάζεστε να κάνετε καλό για τους άλλους». Να βιάζεστε γιατί ο θάνατος όλους μάς περιμένει. Να μην είστε επιπόλαιοι, να είστε πιστοί μέχρι θανάτου και θα σας δώσει ο Θεός το στέφανο της ζωής.
Ο προφήτης Ησαΐας είπε ένα λόγο, τον οποίο επίσης πρέπει καλά να θυμόμαστε και που πρέπει βαθιά να αποτυπωθεί στην καρδιά μας· «Έκστητε, λυπήθητε, αι πεποιθυΐαι, εκδύσασθε, γυμναί γένεσθε, περιζώσασθε σάκκους τας οσφύας» (Ησ. 32, 11).
Τρέμετε ανέγνοιαστες, να έχετε την μνήμη του θανάτου, να σκέφτεστε πάντα την ώρα όταν θ' αφήσετε αυτή την ζωή και ποτέ να μην το ξεχνάτε. Και για να μην το ξεχνάμε, για να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε την οδό του Χριστού και να μην φοβόμαστε τον θάνατο, χρειαζόμαστε βοήθεια από τον Παντοδύναμο Θεό. Χωρίς αυτή την βοήθεια δεν θα νικήσουμε τους πειρασμούς του διαβόλου, γι' αυτό πρέπει να ζητάμε να μάς στείλει ο Θεός την χάρη του. Κύριε, ελέησε μας τους αμαρτωλούς, Κύριε, βοήθησε μας!
Πρέπει να Τον ικετεύουμε έτσι όπως Τον ικέτευε η γυναίκα η ειδωλολάτρισσα, για την οποία ακούσατε σήμερα στο ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτή ήταν Χαναναία και όταν είδε τον Χριστό με τους μαθητές του άρχισε να φωνάζει δυνατά και να Τον ικετεύει· «Ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαυΐδ· η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται» (Μτ. 15, 22). Αλλά ο Κύριος δεν της έδινε σημασία και συνέχιζε σιωπηλά το δρόμο του. Η γυναίκα συνέχιζε να Τον ικετεύει, όμως Εκείνος δεν απαντούσε. Στο τέλος οι μαθητές του Τού είπαν· «Απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών» (Μτ. 15, 23). Και ο Κύριος απάντησε· «Ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» (Μτ. 15, 24). Η γυναίκα όμως συνέχιζε να Τον ικετεύει. Τι της είπε τότε ο Κύριος; «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις» (Μτ. 15, 26). Και άκουσε μία απάντηση καταπληκτική για την ταπείνωση και την πραότητα» «Ναι, Κύριε· και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών» (Μτ. 15, 27), – δώσε μου, Κύριε, ένα ψίχουλο από το έλεός σου. Σταμάτησε ο Κύριος, όταν το άκουσε, και της είπε· «Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις! Γενηθήτω σοι ως θέλεις, και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης» (Μτ. 15, 28).
Πολλοί από μάς έχουν ζωή που δεν αρμόζει στους χριστιανούς. Πολλοί είναι βεβαρημένοι με διάφορες αμαρτίες, πολλοί έχουν ξεχάσει τον λόγο του Θεού· «Το κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α' Κορ. 15, 56). Ο θάνατος πληγώνει αυτόν που είναι δούλος της αμαρτίας. Τότε, αν είμαστε τόσο αδύναμοι, αν το ένδυμα της ψυχής μας είναι όλο μαύρο από τις αμαρτίες μας, δεν είμαστε και εμείς σαν τα σκυλιά, δεν πρέπει και εμείς να κράζουμε προς τον Θεό, όπως έκραζε εκείνη η Χαναναία γυναίκα; «Κύριε, είμαι σαν το σκυλί, αλλά ελέησόν με!»
«Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι». Αμήν.
Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας του Ιατρού
Λόγοι και Ομοιλίες, Τόμος Γ'
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»
http://eikonografies.gr
Ενα Πείραμα σέ Βάθος

Τρίτη 14 Οκτωβρίου 2014

Για να φθάσουμε στον πόθο του θεού

Christ icon 2
«Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς Σε ο Θεός». «Πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού» λέει ο Δαυΐδ. Όπως λέγεται, το ελάφι δεν τρώγει μόνο χόρτα, αλλά τρώγει και φίδια και μάλιστα φαρμακερά. Όταν δεχθή μέσα του το φαρμακερό φίδι, του γίνεται μια αφόρητη δίψα και αυτή η δίψα του δημιουργεί τον πόθο να τρέξη να βρη πηγή με νερό για να πιή, ώστε και την δίψα του να κορέση, αλλά κυρίως να εξουδετερώση το φαρμάκι του φιδιού. Διότι εάν καθυστερήση η δεν βρη εγκαίρως την πηγή, το φαρμάκι που δέχθηκε από το φίδι του δημιουργεί τον θάνατον.
Η αμαρτία, ο διάβολος, είναι ο νοητός όφις. Αυτό το φίδι της αμαρτίας με την ηδονή δηλητηριάζει την ψυχή του ανθρώπου. Όταν ο άνθρωπος αμαρτήση, νοιώθει δριμύτατον έλεγχο στην συνείδηση. Η συνείδησις, η στενοχώρια, ο πόνος, αναγκάζει τον άνθρωπο, τον αμαρτωλό, τον αμαρτήσαντα, να τρέξη στην πηγή της αιωνίου Ζωής. Τον αναγκάζει να τρέξη στην Εκκλησία του Θεού, να τρέξη στα Μυστήρια της Εκκλησίας, και εκεί, στην πηγή, στο εξομολογητήριο, εκεί αποβάλλει το φαρμάκι της αμαρτίας και δέχεται το ύδωρ ζων το αλλόμενον εις Ζωήν αιώνιον. Εκεί στον πνευματικό πατέρα δέχεται την επανασύνδεση με τον Θεό. Σ αυτό το πνευματικό λουτρό αποπλύνεται, αποβάλλει όλα τα έλκη της αμαρτίας, όλες τις βρωμιές, και εξέρχεται ολοκάθαρος ο άνθρωπος, δροσισμένος στη ψυχή, ανάλαφρος στη συνείδηση. Κι έτσι γλυτώνει από τον ψυχικό θάνατο που δημιουργεί η αμαρτία, με το φαρμάκι της ηδονής.
Ο αμαρτήσας άνθρωπος δεν πρέπει να καθυστερήση να τρέξη στην Εκκλησία, στην πηγή της αιωνίου ζωής, διότι όσον περισσότερο καθυστερήσει, του γίνεται άμεσος ο κίνδυνος της δηλητηριάσεως. Πρέπει να προστρέξη με πόθο πολύ στον Θεό. Βλέπουμε στο Ιερόν Ευαγγέλιον την Σαμαρείτιδα, κι αὐτή είχε κατά πολύ δεχθή το φαρμάκι της αμαρτίας, αλλά χάριτι θεία, χωρίς να το γνωρίζη επικοινώνησε με την Πηγή της Χάριτος και του ελέους. Ο Χριστός την πλησίασε. Της έδωσε, την πότισε με το ύδωρ το Ζων, κι έτσι η πρώην αμαρτωλή έγινε ισαπόστολος , έγινε φορεύς του Θεού, και τελικά έγινε Μάρτυς Χριστού.
Για να φθάσουμε στον πόθο του θεού, και να φθάσουμε στην καρδιακή αναζήτηση του προσώπου του Θεού, χρειάζεται από μέρους μας να τρέξουμε σαν την διψώσα έλαφο, να αναζητήσουμε την αιώνια θεϊκή πηγή, να ζητήσουμε τω προσώπω του Θεού. Ο πόθος και τα δάκρυα να είναι η αναζήτησις. Όταν κανείς αναζητήση τον Θεό μ αὐτό τον τρόπο, ο Θεός σε κάποιο χρόνο θα του δείξη την ωραιότητα του προσώπου Του. Εμείς ιδιαίτερα οι μοναχοί έχουμε διδαχθεί το να επικαλούμεθα το όνομα του Χριστού. Κι αὐτό είναι μία αναζήτησις, μία επιπόθησις του ιδείν το πρόσωπον Κυρίου του Θεού ημών.
Γι αὐτό θα χρειαστή να μνημονεύουμε το όνομα του Χριστού ει δυνατόν συνέχεια αναπνευστί. Ο Χριστός είναι η Ζώσα Πηγή της Χάριτος. Το όνομα του Χριστού δεν είναι σαν το δικό μας όνομα, το οποίο δεν έχει καμμία χάρη. Του Χριστού το όνομα εμπερικλείει όλες τις θεϊκές χάριτες. Είναι θεοστολισμένο. Όταν το επικαλούμεθα, νοιώθουμε βοήθεια ανάλογα με την ανάγκη που έχουμε. Όταν Του φωνάζουμε του Χριστού, ο Χριστός είναι πάντα έτοιμος να μας προσφέρη τον Εαυτό Του. Όπως ακριβώς πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι Πνεύμα και πάνω από πνεύμα, είναι υπεράγνωστος, δεν Τον βλέπουμε με τα μάτια τα σωματικά αλλά πιστεύουμε απόλυτα ότι είναι πανταχού Παρών. Είναι μία φύσις ακατάληπτη. Όπως ακριβώς πιστεύουμε σ αὐτήν την αλήθεια του Θεού, έτσι πρέπει να πιστεύουμε ότι και το όνομα του Χριστού είναι πλουτισμένο με όλη την θεϊκή ισχύ και δύναμη. Αυτό μας το αποδεικνύουν και οι δαίμονες που δεν μπορούν να ακούσουν το όνομα του Χριστού.
Οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι όταν συνέλαβαν τους Αποστόλους, τους είπαν: – Μη επί τω ονόματι τούτω κηρύττετε. Αλλά πολύ θαρραλέα τους απήντησε ο Απόστολος Πέτρος: – Α είδομεν και ηκούσαμεν, ου δυνάμεθα σιωπάν. Πειθαρχείν δει Θεώ μάλλον η άνθρώποις. Και ημείς πρέπει να πειθαρχήσουμε στο θέλημα του Θεού «αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί ευχαριστείτε• τούτο γαρ θέλημα Θεού εις υμάς». Το θέλημα του Θεού είναι να προσευχώμεθα συνεχώς.
Οι θεοφόροι Πατέρες μας δίδαξαν το πως να προσευχώμεθα με το όνομα του Χριστού. Μας έχουν διδάξει επίσης και τους καρπούς της νοεράς προσευχής. Ο άνθρωπος με την προσευχή αυτή κατά Χάριν θεώνεται. Γίνεται ένας Άγγελος επί της γης. Όπως οι Άγγελοι υμνολογούν ακατάπαυστα το όνομα του Θεού, έτσι και ο Μοναχός η ο Χριστιανός όταν μνημονεύη το όνομα του Χριστού με πόθο, αξιώνεται αγγελικής Χάριτος. Αγνίζεται ο άνθρωπος συν τω χρόνω. Γίνεται καθαρός ψυχοσωματικά, και η καρδιά του κατά την ώρα της ενέργειας της προσευχής γίνεται σαν ένα άλλο Χερουβείμ και ψάλλει και υμνολογεί τον Θεό σιωπηλά.
Η καρδιά του Μοναχού δια της προσευχής γίνεται θρόνος του Θεού. Όπως ο Χριστός μας πιστεύουμε ότι κάθεται επάνω εις τον θείον Του θρόνον και βασιλεύει σε όλο το Σύμπαν, έτσι επίσης κάθεται και αναπαύεται στον θρόνον της καρδιάς του ανθρώπου που μνημονεύει με πόθον και χάριν το Πανάγιον Όνομά Του.
Οι δαίμονες το γνωρίζουν αυτό που γίνεται, γι αὐτό κάνουν μεγάλη προσπάθεια, καταβάλλουν πολύ κόπο για να εμποδίσουν αυτήν την ενθρόνιση του Χριστού στην καρδιά του ανθρώπου. Μας σκορπούν τον νου μας εδώ κι ἐκεῖ. Δεν μας τον αφήνουν ήσυχο. Χίλιες-δυό σκέψεις μας απασχολούν, με σκοπό ο νους μας να μην εντοπιστή στην καρδιά δια της προσευχής. Σκορπιζόμενος εδώ κι ἐκεῖ είναι εκτός της καρδιάς του ανθρώπου. Κι ὄταν γυρίζη στα διάφορα μέρη, στις διάφορες υποθέσεις, δεν μπορεί να δεχθή την Χάριν του Θεού.
Όπως και η κλώσσα με τ αὐγά της, όταν συχνά σηκώνεται, τα αυγά κάποια μέρα θα βγουν άχρηστα, κλούβια. Έτσι και ο νους του ανθρώπου, όταν συχνά σκορπάται εδώ κι ἐκεῖ, δεν θα γεννήση μέσα στην καρδιά τους πνευματικούς νεοσσούς. Τα θεία νοήματα που φέρουν την Θεολογία του Θεού δεν μπορούν να σταθούν στην καρδιά που ο νους απουσιάζει. Αυτή την προσπάθεια των δαιμόνων να την εξουδετερώσουμε με την αδιάλειπτη προσοχή στην προσπάθεια της περισυλλογής του νου δια της μελέτης του Χριστού στην καρδιά.
Βέβαια δεν θα την φανταζώμεθα την καρδιά, αλλά θα νοούμε την καρδιά εκεί που είναι. Η σωματική, η σάρκινη καρδιά εμπερικλείει μέσα της την ψυχή του ανθρώπου, την καρδιά της ψυχής. Εμείς, πνευματικώ τω τρόπω θέλουμε να επικοινωνήσουμε με την καρδιά της ψυχής, κι ἑπομένως η φαντασία της καρδιάς πρέπει να μην υπάρχη. «Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας Αυτόν, εν Πνεύματι και Αληθεία δει προσκυνείν».
Άπειρος ο νους του Θεού. Όλος ο Θεός είναι Νους. Ο ανθρώπινος είναι πεπερασμένος, περιορισμένος, με μια Α δυνατότητα. Όταν ο μικρός νους επικοινωνήση, εισέλθη μέσα στον άπειρο Νου, δηλαδή στον Θεό, τότε γίνεται μία επαφή, μία σωματική συνουσία, με μία ανέκφραστη πνευματική και μυστηριώδη ηδονή. Βέβαια αυτό είναι ένα μέτρο πολύ υψηλό. Εμείς δεν έχουμε φθάσει σ αὐτό το μέτρο, αλλά εάν επιποθήσουμε τον πλησιασμό της ψυχής μας με τον Θεό δια της προσευχής, ο Θεός θα χαρίση κι αὐτό το μέτρο της χάριτος. Αρκεί να Τον αναζητούμε με πολλή ταπείνωση. Εάν η προσευχή μας δεν έχη ταπείνωση, είναι ύπαρξις σωματική χωρίς ψυχή, δηλαδή δεν φέρνει η προσευχή καρπόν πνευματικόν εάν μη την συνοδεύση σε όλη την πορεία της η ταπείνωσις.
Πρέπει να προσπαθήσουμε να φθάσουμε σ αὐτή τη χάρη της προσευχής. Ο Θεός με το άπειρο έλεός Του, μας βοήθησε, μας ελέησε, μας αγάπησε ιδιαίτερα, μας έφερε από τον κόσμο, μας έβγαλε από την αμαρτία, μας έβαλε σ αὐτόν τον καθαρό τόπο, μας έβαλε σε μια ζωή αγία, μας προίκισε με δυνατότητες, κι αν όλα αυτά δεν μας βοηθήσουν η μάλλον εμείς δεν τα μεταχειριστούμε, δεν τα μετέλθουμε, δεν τα αξιοποιήσουμε για να γνωρίσουμε τον Θεό, για να δούμε το θείον Του Πρόσωπο, τότε ματαίως ήλθαμε εδώ και θα βρεθούμε υπόχρεοι στον Θεό γι αὐτήν την μεγάλη Του ελεημοσύνη. Δεν θα πρέπη αυτόν τον χρόνο τον πολύτιμο της θείας βοηθείας να μην τον εκμεταλευτούμε. Θα είμεθα υπόλογοι και πρώτος εγώ.
Πολλές φορές σ αὐτόν τον υπολογισμό, σ αὐτή τη σκέψη της τόσης αγάπης του Θεού, και της υποχρεώσεώς μου απέναντι σ αὐτήν την προσφορά του Θεού, έχω δριμύτατον έλεγχο. Δεν ανταποκρίθηκα μέχρις σήμερα σ αὐτή την μεγάλη ελεημοσύνη. Και πολλές φορές στην μνημόνευση του Ονόματος του Θεού τρέμω, λέω: « Μα είμαι άξιος να μνημονεύσω, να μελετήσω το Όνομα του Χριστού». Μα τι να πω;
Ο Θεός είναι κάτι που δεν μπορεί να το συλλάβη το ανθρώπινο μυαλό. Μόνο να σκεφθώ ότι δια του Λόγου Του έκτισε, δημιούργησε σε μηδέν χρόνο όλη την κτίση, σκέπτομαι τι είναι αυτός ο Θεός και αξιώνομαι εγώ τόσο ελεύθερα, τόσο απλά, να αναφέρω το όνομά Του; Και όμως ο Θεός έχει έμφυτη την ταπείνωση. Αλλ ὁ ανυπερήφανος Θεός δέχεται να Τον μνημονεύουμε με τόση απλότητα κι ἐλευθερία, όπως θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ένα όνομα ενός απλού ανθρώπου. Αλλά εάν το σκεφθούμε πιο σοβαρά, θα δούμε ότι είναι φοβερό να μνημονεύουμε το Όνομα του Θεού. Ωστόσο όμως , αφού έχουμε την ευλογία του Θεού, ας προχωρήσουμε. Το Όνομα του Χριστού θα μας φέρη όλες τις ευλογίες του Θεού. Και πλησιάζοντας τον Χριστό δια της προσευχής θα αποβάλουμε από μέσα μας, από την καρδιά μας, όλο το φαρμάκι της αμαρτίας.
Και ποιός είναι εκείνος ο άνθρωπος που πλησίασε τον Θεό και μέσα του δεν είχε μια ανάλογη ποσότητα φαρμάκι από την αμαρτία; Δεν μας κατακρίνει ο Θεός γιατί πλησιάζοντάς Τον έχουμε μέσα μας φαρμάκι, εμπάθεια, έχουμε αμαρτήματα, αλλά θέλει και επιμένει ότι πλησιάζοντάς Τον πρέπει ο άνθρωπος να το απόβάλη, να το εμμέση αυτό το φαρμάκι. Δεν θέλει τον άνθρωπο να μείνη στα πρώτα, στην πρώτη του εμπάθεια, από κει που τον πήρε, από κει που τον ξεκίνησε. Θέλει την καλυτέρευσή του.
Λέγοντας την ευχή θα μας δώση ο Θεός την πρώτη ευλογία για να πάη καλά η ημέρα μας. Κι άμα αρχίσουμε με το στόμα να ψιθυρίζουμε «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», η προσευχή αυτή θα βοηθήση και τον νου, θα βοηθήση και την διάθεση της ψυχής, κι ἔτσι με μία καλή διάθεση από την προσευχή, θα ξεκινήσουμε για ο,τι αφορά την ημέρα. Κι όταν έτσι κάνουμε κάθε μέρα, στο κάθε ξύπνημά μας, θα βάλουμε την καλή αρχή που απαιτείται για να έχουμε ένα πνευματικό, ψυχικό κάλλιστο τέλος.
Βλέπουμε κανέναν άνθρωπο να πέση; Σημαίνει ότι δεν έβαλε καλή αρχή, δεν έκτισε επιστημονικά το σπίτι του. Δεν έβαλε καλά θεμέλια. Δεν το στήριξε καλά και γι αὐτό έπεσε. Η καλή αρχή είναι να προσευχώμεθα κατ αὐτήν την έννοιαν, να υπακούωμε κατά πάντα στον πνευματικό Πατέρα, να μη κάνουμε το δικό μας θέλημα, να μην κρύπτωμε τους λογισμούς, να έχωμε πνευματική βία στον κανόνα μας, στα πνευματικά μας καθήκοντα, στην Εκκλησία, να έχουμε την αδελφική και άδολη αγάπη, να αποφεύγουμε τα αργόλογα, να μην μιλάμε περιττά πράγματα, να μην συζητούμε εκείνα που δεν χρειάζονται, και να βλεπη ο καθένας μπροστά του. Να βλέπη τον εαυτό του. Εγώ πως πάω; Όχι πως πηγαίνει ο άλλος. Εγώ προσεύχομαι; Εγώ αργολογώ; Εγω αναμιγνύομαι σε υποθέσεις που δεν χρειάζεται; Το τι κάνει ο αδελφός μου είναι δική του δουλειά. Όχι ότι θα το παραβλέψουμε κι αὐτό, σε μια περίπτωση που μπορούμε να βοηθήσουμε πνευματικά, αλλά για ν ἀποκλείσουμε την κατάκριση του διαβόλου. Γιατί ο διάβολος πατώντας επάνω στον εγωϊσμό του ανθρώπου, τον σπρώχνει συνέχεια να βλέπη τι κάνει ο άλλος. Και βλέποντας τον άλλο τυφλώνεται στα δικά του. Μη βλέποντας τα δικά του, πέφτει από το ένα στο άλλο παράπτωμα. Κι ἔτσι δεν μπορεί να βάλη την καλή αρχή.
Η σιωπή, η εν γνώσει σιωπή, όχι η άλογος σωπή γιατί βαριέμαι να μιλήσω η γιατί δεν λογαριάζω τον άλλον η γιατί εξουθενώνω τον άλλον η από εγωϊσμό δεν θέλω να του μιλήσω• αυτή η σιωπή είναι βλαβερή και όχι ωφέλιμη. Αλλά η σιωπή που γίνεται γιατί δεν θέλω να κατηγορήσω, να κατακρίνω, να αργολογήσω, για να προσεύχωμαι, για να δημιουργηθή μέρα μου το χαροποιόν πένθος, για να με εύρουν δάκρυα από τον Θεό, για να ταπεινώσω τις σκέψεις μου. Τότε αυτή η σιωπή είναι η εν γνώσει πνευματική. Αυτή η σιωπή είναι πάνω από κάθε άλλη αρετή. Λένε οι Πατέρες πως αν βάλουμε από τη μια μεριά της ζυγαριάς την εν γνώσει σιωπή, κι ὅλες τις άλλες αρετές από την άλλη, το μέρος της σιωπής θα βαραίνη. Και βλέπουμε ότι η σιωπή φέρνει τόσα πολλά καλά και κυρίως ότι δεν αμαρτάνει με την γλώσσα του και την σκέψη του ο άνθρωπος.
Όταν όμως αρχίζουμε και μιλάμε, και συζητάμε το ένα το άλλο, το θέμα εκείνο, μπλέκει το πράγμα, κι ἔτσι δεν βάζουμε την καλή αρχή. Η καλή αρχή θα φέρη το κάλλιστον τέλος. Η κακή αρχή το κάκιστον τέλος. Δηλαδη, το σπίτι δεν θα κτιστή καλά, θα πέση. Όταν δούμε και πέσει ένας άνθρωπος πνευματικά, πρέπει να γνωρίζουμε ότι δεν έβαλε καλή αρχή, δεν έβαλε θεμέλια γερά, βαθειά, δεν στήριξε καλά το σπίτι του, και γι αὐτό έπεσε. Δεν φταίει κανείς άλλος πλην του εαυτού του. Όλες οι άλλες δικαιολογίες στο πέσιμο είναι σφάλμα του εγωϊσμού. Γι αὐτό να προσέξουμε πάρα πολύ καλά να επιμεληθούμε την καλή αρχή. Και έτσι θα πετύχουμε να κτίσουμε ο καθένας ένα ανάλογο όμορφο πνευματικό σπίτι. Δηλαδή και την αιώνια Μονή μας θα την κτίσωμε με την καλή αρχή.
Ας βιάσουμε τον εαυτό μας γι αὐτή την καλή αρχή. Η αξία της είναι αιώνια. Δεν είναι το ότι θα ζήσουμε εδώ με την καλή αρχή, βρίσκοντας τη χάρη του Θεού και θα νοιώθουμε πολύ ευτυχισμένα, όχι αυτήν την ευτυχία την πνευματική την εδώ, αλλά για την αιώνια ευτυχία. Χίλιοι παράδεισοι δεν συγκρίνονται με την θέα του θείου Προσώπου. Η καλή αρχή είναι να μας αποκαλυφθή το θείον Πρόσωπο. Εδώ είναι η αξία της πνευματικής επιτυχίας της καλής αρχής. Και γνωρίζοντας το μέγεθος της πνευματικής επιτυχίας της καλής αρχής, πρέπει, και πρώτος εγώ, να βάλουμε προσπάθεια να πετύχουμε αυτήν την καλή αρχή. ΑΜΗΝ.


Γέροντας Εφραίμ: Οι θλίψεις γεννούν την ταπείνωση

c9a1068ce24ec1c894efed61dfbbcfdd_L
Εις τι θα μας ωφελήσει εμάς αν μάθουμε ότι η φωνή ήταν του Πατρός η ο Θεός μιλείδι ἀγγέλου για το να και τ ἄλλο.
Εις τι θα μας ωφελήσει εις τον δρόμο της σωτηρίας μας, αν γνωρίζουμε αυτό; Εσύ μιλάς θεολογικά. Τι θα μας ωφελήσει; Τίποτε.
Θα σε προσβάλω. Άφησες το δρόμο της ταπεινώσεως και πιάνεις υψηλά επίπεδα θεολογικά. Όχι. Άφησε αυτόν το δρόμο κι ακολούθησε το δρόμο της καλογερικής. «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με», «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με». Άφησε αυτόν τό δρόμο της ερεύνης, διότι…
Ήρθε κάποιος στο σπίτι και λέει: «Πάτερ, το σώμα που μεταλαμβάνομε είναι τό Σώμα του Χριστού, το είπανε λέει…» Λέω: «Πάτερ, δεν μπορούμε να θεολογήσουμε, διότι δεν είμαστε θεολόγοι. Μεταλαμβάνουμε Σώμα και Αίμα Χριστού. Περισσότερο δεν μπορούμε να πούμε, μήπως και πέσουμε σε κάνα δογματικό λάθος και θα τόβρούμε εμπόδιο μετά το θάνατό μας».
Τέτοια δεν μας ωφελούν, πάτερ. Άφησε αυτόν το δρόμο και πάρε το δρόμο τής υπακοής και άφησε τα υψηλά επίπεδα.
*
Αι θλίψεις γεννούν την ταπείνωση και η ταπείνωση έχει κατόπιν!! Συντρίβεται ο άνθρωπος, συντρίβεται ο άνθρωπος μέσα του.
Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης – Λόγοι Διαδαχής


Πηγή: agioritikovima.gr

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

Η θέρμη της μετανοίας

monaxi






















Μιας κόρης, που λεγόταν Ταϊσία, πέθαναν οι γονείς της κι απόμεινε ορφανή. Μετά απ’ αυτό έκανε
 το σπίτι της ξενώνα για χάρη των πατέρων της Σκήτης, και γι’ αρκετό καιρό τους δεχόταν εκεί και 
τους περιποιόταν. Έπειτα όμως, αφού ξόδεψε όσα είχε, έπεσε σε στέρηση.

Την πλησίασαν τότε κάποιοι άνθρωποι διεστραμμένοι και κατόρθωσαν να τη βγάλουν από
 τον ίσιο δρόμο.
 Έτσι άρχισε να ζει αμαρτωλά, ώσπου κατάντησε και σε πορνείο.
Όταν το άκουσαν οι πατέρες, λυπήθηκαν υπερβολικά. Κάλεσαν τον αββά Ιωάννη τον Κολοβό 
και του είπαν:
-Μάθαμε για την τάδε αδελφή ότι ζει μέσα στην αμαρτία. Επειδή όμως αυτή, όταν μπορούσε, 
μάς έδειξε την αγάπη της, κι εμείς τώρα ας τη βοηθήσουμε όπως μπορούμε.
Κάνε λοιπόν τον κόπο να πας κοντά της και, μ’ όση σοφία σού έδωσε ο Θεός, να οικονομήσεις
 τηνκατάστασή της.
Πήγε πράγματι ο γέροντας στο σπίτι της και λέει στη γριά πορτάρισσα:
-Πες στην κυρά σου πως τη θέλω!
Εκείνη τον αποπήρε:

-Εσείς οι καλόγεροι καταφάγατε το βιος της! Και να που τώρα βρίσκεται μέσα στη φτώχεια!
-Πες το της! επέμενε ο γέροντας. Γιατί έχω να την ωφελήσω πολύ.
Τότε η γριά ανέβηκε πάνω και είπε στην κόρη για το γέροντα. Σαν τ’ άκουσε εκείνη, μονολόγησε:
-Αυτοί οι μοναχοί τριγυρνάνε πάντοτε στα μέρη της Ερυθράς θάλασσας και βρίσκουνε 
μαργαριτάρια.
Στολίστηκε, κάθισε στο κρεβάτι και είπε στην πορτάρισσα:
-Ανέβασέ τον επάνω!
Μόλις μπήκε ο αββάς Ιωάννης, πήγε και κάθησε κοντά της. Την κοίταξε επίμονα στο 
πρόσωπο και της λέει:
-Γιατί τα έβαλες με τον Ιησού και κατάντησες έτσι;
Πάγωσε σύγκορμη η κόρη μ’ αυτά τα λόγια.
Ο γέροντας έσκυψε το κεφάλι του και άρχισε να κλαίει γοερά.
-Αββά, γιατί κλαις; τον ρωτάει εκείνη.
Σήκωσε το κεφάλι του, το ξανακατέβασε και είπε:
-Βλέπω το σατανά να παίζει στο πρόσωπό σου, και να μην κλάψω;
Η κόρη τότε τον ρώτησε:
-Υπάρχει μετάνοια, αββά;
-Υπάρχει.
-Πάρε με, λοιπόν, όπου θέλεις!
-Πάμε!
Στη στιγμή η κόρη σηκώθηκε και τον ακολούθησε. Και ο γέροντας θαύμασε, 
βλέποντας πως δεν έδωσε καμιά παραγγελία για το σπίτι της.
Είχε πια νυχτώσει, όταν έφτασαν στην έρημο. Ο γέροντας της έφτιαξε ένα μικρό 
προσκεφάλι, το σταύρωσε και της είπε:
-Κοιμήσου εδώ.
Αφού ετοίμασε και για τον εαυτό του λίγο πιο πέρα, έκανε την προσευχή του και 
ξάπλωσε κι εκείνος.
Ξύπνησε γύρω στα μεσάνυχτα. Και βλέπει ένα φωτεινό δρόμο, από τον ουρανό μέχρι 
την Ταϊσία, και τους αγγέλους του Θεού ν’ ανεβάζουν την ψυχή της!
Σηκώθηκε, πήγε κοντά της και τη σκούντηξε με το πόδι του. Ήταν νεκρή! Μόλις βεβαιώθηκε
 γι’ αυτό, έπεσε με το πρόσωπο καταγής και προσευχήθηκε στο Θεό. Άκουσε τότε φωνή να 
του λέει, πως η μία ώρα της μετάνοιας της έγινε ευπρόσδεκτη περισσότερο από τη μετάνοια 
πολλών άλλων, που χρόνια ολόκληρα μετανοούν, δεν δείχνουν όμως της δικής της μετάνοιας
 τη θέρμη.
Γράφτηκε από τον/την xfd.gr

Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Ποια είναι η τέλεια ζωή;


Η έννοια της τελειότητας
Μου ζήτησες, αγαπητέ μου, να σου περιγράψω ποιος είναι ο τέλειος βίος σύμφωνα με ένα πρότυπο, για να προσ­βλέπεις σ’ αυτό, έτσι ώστε αν βρεθεί με την περιγραφή αυτό το οποίο ζητάς, να εφαρμόσεις στη ζωή σου το αγαθό που σου γνωστοποιήθηκε. Αλλά εγώ δυσκολεύομαι εξίσου και για τα δυό. Επειδή νομίζω ότι είναι πάνω από τις δυνάμεις μου το καθένα απ’ αυτά τα δυό, τόσο το να περιγράψω με τα λόγια την τελειότητα, όσο και το να δείξω στη ζωή αυτό που θα σκεφθεί ο νους. Και μη νομίσεις ότι αυτή η αδυνα­μία είναι μόνο δική μου. Οι περισσότεροι από εκείνους που προχώρησαν πολύ στην αρετή, ομολογούν πως κάτι τέτοιο τους είναι ακατόρθωτο. Αλλά για να μη δώσω την εντύπωση, σύμφωνα με το λόγο του ψαλμωδού, ότι «φοβάμαι εκεί που δεν υπάρχει φόβος» (Ψαλμ. 13, 5), θα σου εκθέσω σαφέ­στερα αυτό που θέλω.
1422575_176237575915503_1157246806_n
Η τελειότητα σ’ όλα τα άλλα, όσα μπορούν να μετρη­θούν με τη βοήθεια των αισθήσεων, περικλείεται μέσα σε κα­θορισμένα όρια. Στην περίπτωση π.χ. του ποσού και του συ­νεχώς μεταβαλλόμενου και του καθορισμένου, τα όρια αυτά είναι η αφετηρία και το τέρμα, επειδή καθετί που μετριέται σε ποσότητα περιλαμβάνεται στα ιδιαίτερά του όρια. Και όποιος χρησιμοποιεί ως μέτρο τον πήχυ ή τη δεκάδα, ξέρει ότι η τελειότητά τους έγκειται στο ότι από κάπου αρχίζουν και κάπου τελειώνουν. Στην αρετή όμως τα πράγματα δια­φέρουν.
Γιατί όπως ξέρουμε από τον Απόστολο, ένα είναι το όριο της αρετής της τελειότητας, το να μην έχει όριο. Γι’ αυτό και εκείνος ο μεγάλος και ανώτερος στη διάνοια θείος Απόστολος, αν και έτρεχε πάντοτε για την κατάχτηση της αρετής, όμως ποτέ δεν σταμάτησε να προχωρεί προς τα εμπρός (Φιλιπ. 3,13). Και αυτό γιατί δεν ένιωθε ασφαλής, αν σταματούσε έστω και για λίγο. Γιατί; Διότι το αγαθό είναι από τη φύση του απέραντο και προσδιορίζεται μόνο από την αντιπαράθεσή του προς το αντίθετο, όπως η ζωή από τον θάνατο και το φως από το σκοτάδι.
Και γενικά κάθε αγαθό τελειώνει πάντοτε εκεί όπου αρχίζει αυτό που θεω­ρείται αντίθετό του. Όπως, λοιπόν, το τέλος της ζωής είναι η αρχή του θανάτου, έτσι και το σταμάτημα της προόδου στην αρετή είναι η αφετηρία του δρόμου της κακίας. Συνε­πώς είναι αλήθεια αυτό που είπα, ότι είναι αδύνατο να μιλή­σω για την τελειότητα στο χώρο της αρετής, επειδή αποδείχθηκε ότι καθετί που περικλείεται σε όρια, δεν είναι αρετή.
Αλλά επειδή είπαμε ότι είναι αδύνατο και σ’ εκείνους που ζουν τον ενάρετο βίο, να φθάσουν στην τελειότητα, θα πρέπει να αποσαφηνίσω το λόγο μου και γι’ αυτό το θέμα. Κατ’ αρχήν και στην κυριολεξία αγαθό, που η ίδια του η φύ­ση είναι η αγαθότητα, είναι ο ίδιος ο Θεός, και οτιδήποτε μπορεί να κατανοήσει κανείς για τη θεϊκή φύση, αυτό και εί­ναι και λέγεται αγαθό. Και επειδή, όπως είπαμε, δεν υπάρχει κανένα όριο για την αρετή έξω και ξέχωρα από την κα­κία, και επειδή ο Θεός δεν επιδέχεται τίποτε το αντίθετο (προς το αγαθό), γι’ αυτό θεωρείται η θεία φύση απέραντη και απεριόριστη.
Εκείνος όμως που ζει την αληθινά ενάρετη ζωή, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να ζει ενωμένος με τον Θεό, επειδή Εκείνος είναι η ολοκληρωμένη αρετή. Και επειδή όσοι έχουν επίγνωση, επιθυμούν να έχουν επικοινωνία με το αγαθό κατά τη φύση του, και αυτό δεν έχει όρια, γι’ αυτό αναγκαστικά και η επιθυμία εκείνου ο οποίος κοινωνεί με το αγαθό, δηλαδή του ανθρώπου, δεν έχει τέλος, επειδή επεκτείνεται μαζί με το άπειρο. Συνεπώς είναι εντελώς αδύνατο να πετύχει κανείς το τέλειο, επειδή, όπως είπαμε, η τελειότητα δεν περικλείεται σε όρια, και για την αρετή ένα όριο υπάρχει: το άπειρο. Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, να φθάσει κανείς στο τέλος, που επιθυμεί, όταν δεν βρίσκει αυτό το τέλος;
Αλλά όμως, επειδή, όπως είπαμε πιο πάνω, είναι εντελώς ασύλληπτο αυτό που ζητάμε, δεν θα πρέπει να παραβλέ­πουμε την εντολή του Κυρίου η οποία λέγει: «να γίνεσθε τέ­λειοι, όπως είναι τέλειος ο ουράνιος Πατέρας σας» (Ματθ. 5,48). Γιατί όταν πρόκειται για τα από τη φύση τους καλά, και όταν δεν είναι, δυνατό να επιτύχουμε το όλο, θα ήταν μεγάλο κέρδος για τους συνετούς και το να μην αποτύχουν στο μέρος. Θα πρέπει, λοιπόν, να καταβάλουμε κάθε προ­σπάθεια, για να μην υστερήσουμε από τη δυνατή τελειότη­τα, αλλά να αποκτήσουμε από αυτήν τόση, όση χρειάζεται, για να φθάσουμε στο βάθος αυτού που ζητάμε. Μπορούμε μάλιστα να πούμε πως η φύση της ανθρώπινης τελειότητας είναι τέτοια, ώστε να επιθυμεί και να επιδιώκει πάντοτε να έχει όσο μπορεί μεγαλύτερη συμμετοχή στο καλό.
Τελειότητα και πρόοδος
Αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου βέβαια, η τελειότητα στο χριστιανικό βίο. Το να έχεις κοινωνία και κατά την ψυ­χή και κατά τον λόγο και κατά τα έργα του βίου σ’ όλες τις προσωνυμίες, με τις οποίες ερμηνεύεται το όνομα του Χρι­στού. Και αυτή η κοινωνία να είναι τέτοια, ώστε, σύμφωνα με την ευχή του αποστόλου Παύλου, να αναδεχθείς στον εαυτό σου ολόκληρο τον αγιασμό σ’ ολόκληρο το σώμα, την ψυχή και το πνεύμα (Α’ Θεσ. 5,23), κρατώντας τον διαρκώς έξω από κάθε επιμιξία με το κακό.
Αν θα ισχυριζόταν κανείς ότι είναι δύσκολο να κατα­κτηθεί το αγαθό της τελειότητας, επειδή μόνον ο Κύριος της κτίσης είναι άτρεπτος, ενώ η ανθρώπινη φύση είναι τρεπτή και εύκολα υπόκειται στις μεταβολές, και ακόμη αν έλε­γε: Πώς είναι λοιπόν δυνατόν να κατορθώσει κανείς μέσα στην τρεπτή του φύση, να μείνει σταθερός και αμετάβλητος στο αγαθό; Σ’ ένα παρόμοιο ισχυρισμό τούτο θα λέγαμε, πως δεν είναι δυνατόν να πάρει κανείς το στεφάνι της νίκης, αν δεν αγωνισθεί νόμιμα (Β΄ Τιμ. 2,5). Και δεν γίνεται νόμιμο αγώνισμα χωρίς να υπάρχει ο ανταγωνιστής. Αν δεν υπήρχε ο αντίπαλος ούτε και το στεφάνι θα δινόταν. Γιατί νίκη με τον εαυτό της δε λογίζεται, αν δεν υπάρχει εκείνο που νικάται.
Συνεπώς ας αναλάβουμε τον αγώνα ενάντια σ’ αυτό το μεταβλητό της φύσης μας και ας πιαστούμε στα χέρια διά των λογισμών σαν με κάποιον αντίπαλο, όχι βέβαια για να την συντρίψουμε, αφού γίνουμε νικητές της, αλλά για να μην της επιτρέψουμε να πέσει. Άλλωστε δεν είναι τρεπτός ο άνθρωπος μόνο προς το κακό. Γιατί τότε θα του ήταν αδύνατο, να γίνει αγαθός, αν μόνο προς το αντίθετο του αγαθού είχε από τη φύση του την κλίση. Τώρα όμως το καλύτερο από τα έργα της τροπής είναι η αύξηση στα αγαθά, επειδή πάντοτε η αλλοίωση προς το καλύτερο μεταβάλλει προς το αγιότερο εκείνον που καλώς αλλοιώνεται.
Αυτό λοιπόν που σε πολλούς φαίνεται φοβερό, εννοώ το ότι η φύση μας είναι τρεπτή, ο λόγος το παρουσίασε σαν άλλο φτερό για την πτήση προς τα ανώτερα. Ώστε ποινή για μας θα ήταν να μην μπορούμε να δεχθούμε την αλλοίωση προς το καλύτερο. Ας μη λυπάται λοιπόν όποιος βλέπει στην ανθρώπινη φύση τη ροπή προς τη μεταβολή, αλλά ας αγωνίζεται να μεταβάλλε­ται διαρκώς προς το καλύτερο και να μεταμορφώνεται από δόξα σε δόξα (Β’ Κορ.3,18). Έτσι να μεταβάλλεται. Και με την καθημερινή προκοπή να γίνεται πάντοτε καλύτερος και συνεχώς τελειότερος και ποτέ να μη φθάνει στο τέρμα της τελειότητας. Επειδή αυτή είναι αληθινά η τελειότητα, το να μη σταματάς ποτέ την προσπάθεια για περισσότερη προκο­πή και βελτίωση, ούτε να περιορίζεις την τελειότητα σε κάποιο όριο.

( Αγίου Γρηγορίου Νύσσης, Μυστική Θεολογία, επιλογή κειμένων, εκδ. Επέκταση σ.83-93).

Πηγή: http://www.pemptousia.gr/