Τρίτη 30 Δεκεμβρίου 2014

Η προς ανατολάς προσευχή

᾿Επεσκέψατο ἡμᾶς ἀνατολὴ ἐξ ὕψους»
(Λουκ. α´ 78)

Ο Άγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνὸς (1) μᾶς διδάσκει, ὅτι δὲν προσκυνοῦμε πρὸς ἀνατολὰς ἁπλῶς καὶ ὡς ἔτυχε, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἡ φύσις μας εἶναι σύνθετος, δηλαδὴ ὁρατὴ καὶ ἀόρατος, νοητὴ καὶ αἰσθητή, προσφέρουμε στὸν Δημιουργὸ διπλῆ καὶ τὴν προσκύνησι: ἡ ψυχὴ εἶναι στραμμένη νοερὰ πρὸς τὸν Θεὸ καὶ ταυτόχρονα τὸ σῶμα προσκυνεῖ πρὸς ἀνατολάς.


Αὐτὸς ὁ διπλὸς τρόπος, νοητὸς καὶ αἰσθητός, τῆς ἀναφορᾶς μας πρὸς τὸν Κύριο φαίνεται καὶ σὲ ἄλλες περιπτώσεις: ψάλλουμε μὲ τὸν νοῦ μας, ἀλλὰ ταυτόχρονα καὶ μὲ τὰ σωματικὰ χείλη μας· βαπτιζόμεθα καὶ στὸ ὕδωρ καὶ στὸ ῞Αγιο Πνεῦμα, δηλαδὴ ἑνούμεθα μὲ τὸν Κύριό μας μὲ δύο τρόπους: μετέχοντες στὰ ῾Ιερὰ Μυστήρια καὶ στὴν Χάρι τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος.

Ο Κύριός μας καὶ Θεός μας εἶναι τὸ νοητὸ Φῶς: «ὁ Θεὸς φῶς ἐστιν»(2)· ἐπίσης εἶναι ὁ «ἥλιος τῆς δικαιοσύνης» (3)· εἶναι τὸ «φῶς τοῦ κόσμου» (4), τὸ «μέγα φῶς» (5) καὶ ἡ «᾿Ανατολή» (60, ἡ ὁποία «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους» καὶ μὲ τὴν Χάρι καὶ τὴν ᾿Αλήθειά Του ἐφώτισε τοὺς ἀνθρώπους, ποὺ ἦσαν καθήμενοι «ἐν σκότει» ἀγνωσίας,«ἐν χώρᾳ καὶ σκιᾷ θανάτου»τῆς ἁμαρτίας.᾿



Ακριβῶς γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν πρέπει νὰ ἀφιερώνωμε στὸν Χριστό μας τὴν ἀνατολὴ γιὰ τὴν προσκύνησι, διότι τὸ κάθε τὶ ὡραῖο πρέπει νὰ τὸ ἀποδίδωμε στὸν Θεό, ἀπὸ τὸν ῾Οποῖο προέρχεται κάθε ἀγαθό.Καὶ ὁ θεῖος Δαβὶδ λέγει: «Αἱ Βασιλεῖαι τῆς γῆς, ᾄσατε τῷ Θεῷ, ψάλατε τῷ Κυρίῳ τῷ ἐπιβεβηκότι ἐπὶ τὸν οὐρανὸν τοῦ οὐρανοῦ κατὰ ἀνατολάς» (7), διότι ὁ Κύριος ἄρχισε τὰ ἔργα Του ἀπὸ δυσμῶν ἡλίου καὶ τελειώνει αὐτὰ «κατὰ ἀνατολάς», στὴν πηγὴν τοῦ φωτός· ἐπίσης ἡ ῾Αγία Γραφὴ λέγει: «ἐφύτευσεν ὁ Θεὸς παράδεισον ἐν ᾿Εδὲμ κατὰ ἀνατολάς, ἔνθα τὸν ἄνθρωπον, ὃν ἔπλασεν, ἔθετο» (8) καὶ ὅταν ὁ ἄνθρωπος παρέβη τὴν ἐντολή, ἐξωρίσθη «ἀπέναντι τοῦ παραδείσου τῆς τρυφῆς»(9), δηλαδὴ στὰ δυτικά.Προσκυνούμε λοιπὸν τὸν Θεό, ἀναζητώντας τὴν ἀρχαία Πατρίδα μας καὶ ἀτενίζοντας πρὸς Αὐτήν· αὐτὸ μᾶς ὑπενθυμίζει καὶ ἡ Σκηνὴ τοῦ Μαρτυρίου στὴν Παλαιὰ Διαθήκη ποὺ εἶχε στραμμένο τὸ «Καταπέτασμα» (10) καὶ τὸ «῾Ιλαστήριον» (11) πρὸς τὴν ἀνατολή. Καὶ ἡ φυλὴ τοῦ ᾿Ιούδα, ἐπειδὴ ἦταν τιμιωτέρα, ἦταν παρατεταγμένη «κατὰ ἀνατολάς» (12)

.Καὶ στὸν περιώνυμο Ναὸ τοῦ Σολομῶντος ἡ πύλη τοῦ Κυρίου εὑρίσκετο κατὰ ἀνατολάς (13).Αλλ᾿ ὅμως καὶ ὁ Κύριός μας, ὅταν ἦταν ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ, ἔβλεπε πρὸς τὰ δυτικά, καὶ ἔτσι ἐμεῖς ὅταν προσκυνοῦμε Αὐτόν, ἀτενίζουμε πρὸς Αὐτόν, δηλαδὴ στραμμένοι πρὸς τὰ ἀνατολικά. Καὶ ὅταν κατὰ τὴν ᾿Ανάληψί Του ἐφέρετο ἐπάνω πρὸς ἀνατολάς, καὶ ἔτσι προσεκύνησαν Αὐτὸν οἱ ᾿Απόστολοι(14)· καὶ μὲ τὸν ἴδιο τρόπο θὰ ἔλθη, ὅπως εἶδαν Αὐτὸν νὰ κατευθύνεται στὸνΟὐρανό (15), ὅπως εἶπε ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος:«ὥσπερ ἡ ἀστραπὴ ἐξέρχεται ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ φαίνεται ἕως δυσμῶν, οὕτως ἔσται καὶ ἡ παρουσία τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου» (16)

Προσμένοντες λοιπὸν κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τὸν Σωτῆρα μας, «ἐπὶ ἀνατολὰς προσκυνοῦμεν».Αυτή ἡ Παράδοσις εἶναι ἄγραφος καὶ προέρχεται ἀπὸ τοὺς ῾Αγίους ᾿Αποστόλους, διότι «πολλὰ ἀγράφως ἡμῖν παρέδωκαν».
Βάσει ἄλλωστε αὐτῆς τῆς ἀγράφου Παραδόσεως, οἱ Ναοὶ τῶν ᾿Ορθοδόξων ἔχουν τὸ ῾Ιερὸ Βῆμα πρὸς ἀνατολὰς οὕτως, ὥστε τόσον ὁ ῾Ιερεὺς ὅσο καὶ οἱ πιστοὶ προσευ- χόμενοι νὰ εἶναι στραμμένοι ἀνατολικά, εἰκονίζοντες τὸν νέο Λαὸ τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐξερχόμενος ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο τῶν παθῶν καὶ τὸ κοσμικὸ σκότος, πορεύεται πρὸς τὴν κατὰ ἀνατολὰς Γῆν τῆς ᾿Επαγγελίας, τὴν ἐπουράνια Πατρίδα, ἐνῶ προπορεύεται, ὡς ὁδηγός, ὁ νέος Μωϋσῆς, ὁ ῾Ιερεὺς-Ποιμὴν δεόμενος ἐνώπιον τοῦ Θυσιαστηρίου, τοῦ νοητοῦ αὐτοῦ Θρόνου τῆς Θείας Μεγαλωσύνης.

Γιὰ τὸν ἴδιο ἀκριβῶς λόγο ἐπικρατεῖ ἡ καλὴ καὶ ὡραία καὶ συμβολικὴ συνήθεια νὰ τοποθετοῦμε τοὺς νεκροὺς καὶ κατὰ τὶς ἐπικήδειες ᾿Ακολουθίες στὸν ῾Ιερὸ Ναό, ἀλλὰ καὶ στὰ μνήματα οὕτως, ὥστε νὰ εἶναι στραμμένοι πρὸς ἀνατολάς.᾿Αλλὰ καὶ οἱ εὐλαβεῖς ᾿Ορθόδοξοι, τοὐλάχιστον ἔτσι ἔκαμαν οἱ παλαιότεροι, φροντίζουν, ὅταν κατακλίνωνται γιὰ νὰ κοιμηθοῦν, νὰ βλέπουν πρὸς ἀνατολάς: ἀναπολοῦντες τὸν «Παράδεισον ἐν ᾿Εδὲμ κατὰ ἀνατολὰς» καὶ προσευχόμενοι, παραδίδονται μὲ ἐμπιστοσύνη στὴν Θεία Πρόνοια καὶ τὴν ἀνάπαυσι τοῦ ὕπνου.



Πηγή.Περιοδικό «῞Αγιος Κυπριανός»,ἀριθμός 297/᾿Ιούλιος-Αὔγουστος 2000, σελ. 321-322.Επιμέλεια κειμένου ΑΓΙΟΚΥΠΡΙΑΝΙΤΗΣ.


1.῾Ι. Δαμασκηνοῦ, PG τ. 94, στλ. 1133Β-1136Β/Ε.Α.Ο.Π., L. IV, Κεφάλ. ΙΒ´. 2.Α´ ᾿Ιωάν. α´ 5. 3.Μαλαχ. δ´ 2. 4.᾿Ιωάν. η´ 12. 5.῾Ησ. θ´ 2· Ματθ. δ´16. 6.῾Ιερεμ. κγ´ 5· Ζαχαρ. γ´ 8· Λουκ. α´ 78. 7.Ψαλμ. ξζ´ 33-34. 8.Πρβλ. Γενέσ. β´ 8. 9.Γενέσ. γ´ 24. 10.᾿Εξόδ. λζ´ 5. 11.Λευϊτ. ιστ´ 14. 12.᾿Αριθμ. β´3. 13.᾿Ιεζεκ. μδ´ 1 ἑ. 14.Λουκ. κδ´ 52. 15.Πράξ. α´ 11. 16.Ματθ. κδ´ 27.



 http://proskynitis.blogspot.gr

Εκκλησία, το μεγάλο Νοσοκομείο

Οι Πατέρες λένε πως η Εκκλησία είναι ένα μεγάλο Νοσοκομείο που εφημερεύει σε εικοσιτετράωρη βάση, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια.
Ένα Νοσοκομείο που εφημερεύει για όλους.
Για ασφαλισμένους και ανασφάλιστους.
Για πλούσιους και για άπορους.
Για επώνυμους και ανώνυμους και περιθωριακούς ανθρώπους.
Ένα μεγάλο Νοσοκομείο στο οποίο αντιμετωπίζεται κάθε νόσημα όσο βαθύ, όσο λοιμώδες και όσο θανατηφόρο και αν είναι.
Ένα μεγάλο Νοσοκομείο στο οποίο:
Μπαίνεις άρρωστος και βγαίνεις υγιής, όπως η αιμορροούσα.
Μπαίνεις διώκτης και βγαίνεις Απόστολος, όπως ο Παύλος.
Μπαίνεις αμαρτωλός και βγαίνεις άγιος, όπως η αγία Μαρία η Αιγυπτία.
Μπαίνεις λύκος και βγαίνεις αρνί, όπως ο άγιος Μωυσής ο Αιθίοπας.
Μπαίνεις πτώμα εν αποσυνθέσει και ανίστασαι τετραήμερος, όπως ο Λάζαρος!
 
http://lllazaros.blogspot.gr

Παρασκευή 26 Δεκεμβρίου 2014

Η εικόνα των Χριστουγέννων στο φως της ορθόδοξης ερμηνείας

από τον Λεωνίδα Ουσπένσκυ
Μετάφραση Β. Μουστάκη (ανατύπωση)
Λ.Ουσπένσκυ, Η Θεολογία της Εικόνας στην ορθόδοξη Εκκλησία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 1993.



Χριστός επί γης, Υψωθήτε! 

Την εικόνα της Γεννήσεως την βλέπουν εκείνοι που δεν είναι μπασμένοι στο πνεύμα της ορθοδόξου λατρείας φορτωμένη με περιττές λεπτομέρειες. Η σύνθεσή της τους φαίνεται κάπως παιδαριώδης, άταχτη, περισσότερο απλοϊκή παρά σοβαρή1. Εν τούτοις, αυτή η αφέλεια κι αυτή η απλοϊκότητα είναι κάτι πολύ βαθύ, κάτι που μας κάνει να θυμηθούμε τα λόγια του Κυρίου: «Αμήν λέγω υμίν, ος εάν μη δέξηται την βασιλείαν του Θεού ως παιδίον, ου μη εισέλθη εις αυτήν». Η εικόνα της Γεννήσεως, βασιζόμενη πάνω στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση, μας αποκαλύπτει το δογματικό περιεχόμενο και την όλη έννοια της Εορτής. Με τα χρώματα και τον πλούτο των λεπτομερειών κι ακριβώς με την απλοϊκότητά της, είναι η πιο χαρωπή από τις εικόνες των μεγάλων δεσποτικών εορτών. 

Η εικονογραφική παράδοση της Ορθοδοξίας φυλάει μ' ακρίβεια τον καθιερωμένο τύπο της Γεννήσεως, που είναι ο πιο πλούσιος κι ο πιο πλήρης σε περιεχόμενο. Είναι δε ο ακόλουθος: Στην μέση, μπροστά από κάτι βουνά το σπήλαιο όπου είναι αναπεσμένος ο Κύριός μας στην φάτνη, ανάμεσα σε δύο ζώα· πλάϊ, η Παρθένος αναπεσμενη κι αυτή σ' ένα στρωσίδι· στο πάνω μέρος, οι Άγγελοι κι ο Αστήρ· από τη μια μεριά του σπηλαίου, οι Ποιμένες, από την άλλην oι Μάγοι, που έρχονται να προσκυνήσουν τον Χριστό. Κάτω, στις δύο άκρες, από εδώ δύο γυναίκες πλένουν το Παιδίον και από εκεί ο Ιωσήφ καθισμένος απέναντι σ' έναν γέροντα όρθιο που κρατάει ένα ραβδί. 

Ως προς το περιγραφικό της στοιχείο, η εικόνα αντιστοιχει στο κοντάκιον: «Η Παρθένος σήμερον τον υπερούσιον τίκτει και η γη το σπήλαιον τω απροσίτω προσάγει. Άγγελοι μετά ποιμένων δοξολογούσι, Μάγοι δε μετά αστέρος οδοιπορούσιν. Δι' ημάς γαρ εγεννήθη παιδίον νέον ο προ αιώνων Θεός». Η εικόνα προσθέτει και τις δύο σκηνές που παριστάνονται στις κάτω άκρες της και που δεν τις ερμηνεύει το κοντάκιον, αλλά είναι παρμένες από την Παράδοση. 


Ως προς το περιεχόμενό της η εικόνα της Γεννήσεως έχει δύο όψεις. Πριν απ' όλα ξεσκεπάζει την έννοια της Εορτής, το γεγονός της σαρκώσεως του Λόγου· μας θέτει μπροστά σε μια ορατή μαρτυρία του θεμελιώδους δόγματος της πίστεώς μας, υπογραμμίζοντας τόσο την θεότητα όσο και την ανθρωπότητα του Ιησού. Κατά δεύτερο λόγο μας δείχνει την ενέργεια αυτού του γεγονότος πάνω στον φυσικό κόσμο και υπαινίσσεται την προοπτική όλων των σωτηρίων συνεπειών του γεγονότος αυτού. Γιατί, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό, η Γέννηση του Κυρίου μας «δεν είναι η εορτή της δημιουργίας, αλλά η εορτή της αναπλάσεως του κόσμου», μια ανανέωση που αγιάζει την κτίση. Η ενανθρώπηση του Θεού δίνει στην κτίση μια καινούργια σημασία, που είναι o σκοπός κι ο λόγος της υπάρξεως της: η μέλλουσα μεταμόρφωσή της. Γι'αυτό όλη η δημιουργία λαβαίνει μέρος στο μυστήριο της γεννήσεως του Λυτρωτή και βλέπουμε γύρω από τον Θεάνθρωπο τους εκπροσώπους όλων των κτισμάτων, που του προσφέρουν την ευγνωμοσύνη τους, κατά το στιχηρόν: «Τι σοι προσενέγκωμεν, Χριστέ, ότι ώφθης επί γης ως άνθρωπος δι' ημάς; Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων την ευχαριστίαν σοι προσάγει. Oι άγγελοι τον ύμνον, οι ουραvoί τον αστέρα,οι μάγοι τα δώρα, oι ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην, ημείς δε μητέρα Παρθένον». Η εικόνα προσθέτει τα ζώα και τα φυτά. Το κέντρο της συνθέσεως αντιστοιχεί στο κεντρικό χρονικό σημείο της Εορτής. Όλες oι λεπτομέρειες συγκλίνουν προς αυτό το σημείο· είναι το Παιδίον εσπαργανωμένον, αναπεσμένο στην φάτνη, στο σκοτεινό βάθος του σπηλαίου όπου γεννήθηκε. Τα Ευαγγέλια δεν λέγουν τίποτε για το σπήλαιο· μας πληροφορεί γι' αυτό η Παράδοση. Η πιο αρχαία γραπτή μαρτυρία σχετικά μ' αυτό είναι εκείνη του φιλοσόφου και μάρτυρος Ιουστίνου, ο οποίος λέγει: «Μην έχοντας ο Ιωσήφ που να κατοικήσει σ' εκείνη την πολίχνη, εγκαταστάθηκε σε μια σπηλιά όχι πολύ μακριά από την Βηθλεέμ». 

Το Παιδίον που ειναι αναπεσμένο στην φάτνη είναι ο ίδιος o Θεός που φανερώθηκε σ' εκείνους που κάθονταν «εν σκότει και σκιά θανάτου», για να τους σώσει από την κατάρα του προπατορικού αμαρτήματος, για να μεταμορφώσει την ανθρώπινη φύση και να της ξαναδώσει το αρχαίο κάλλος. Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης συγκρίνει την γέννηση μέσα στο σπήλαιο με το πνευματικό φως που έλαμψε μέσα στα σκότη του θανάτου που τυλίγανε το ανθρώπινο γένος. Η μαύρη τρύπα του σπηλαίου πάνω στην εικόνα παριστάνει συμβολικά τον υλικό κόσμο, που σκιάζεται από την αμαρτία και όπου ανατέλλει ο «Ηλιος της Δικαιοσύνης». 

Το κατά Λουκάν άγιον Ευαγγέλιον μιλάει για την φάτνη και τα σπάργανα: «Και εσπαργάνωσεν (η Παναγία) αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη». Και λίγο παρακάτω η φάτνη και τα σπάργανα είναι τα σημάδια που έδωσε ο άγγελος στους τσομπάνηδες για ν'αναγνωρίσουν τον Σωτήρα: «Και τούτο υμίν το σημείον ευρήσετε βρέφος εσπαργανωμένον, κείμενον εν φάτνη». 

Το στιχηρό που ανέφερα προηγουμένως μας λέγει ότι η φάτνη είναι το δώρο που προσφέρει η έρημος στον τεχθέντα. Η έννοια αυτών των λόγων μας αποκαλύπτεται από τον άγιο Γρηγόριο τον Ναζιανζηνό που λέγει: «Άλογε άνθρωπε, γονάτισε μπροστά στην φάτνη από την οποία θα ταγισθείς τον Λόγο». Αυτός ο έρημος τόπος, που πρόσφερε την φάτνη σαν άσυλο στον Κύριo, προτυπώθηχε στην Παλαιά Διαθήκη· γιατί και τότε στην έρημο δόθηκε στους εβραίους το μάννα, «ο άρτος εξ ουρανού». 

Η ενανθρώπηση του Θεού αρχίζει και καταλήγει με την ταπείνωση. Η εικόνα μας δείχνει την κένωση της θεότητας, την ταπείνωση, το ολοκληρωτικό κατέβασμα Εκείνου που στην φάτνη προδιατυπώνει και τον θάνατό του, τον τάφο του, όπως με τα σπάργανα προσημαίνει το σάβανο του. 

Μέσα στο σπήλαιο, δίπλα στον Σωτήρα, βλέπουμε τον βουν και τον όνον. Τα Ευαγγέλια δεν αναφέρουν αυτά τα ζώα· εν τούτοις, σ' όλες τις εικόνες της Γεννήσεως τα συναντάμε πλάϊ στο Παιδίον. Η θέση που κατέχουν στο ίδιο το κέντρο της εικόνας φανερώνει την σπουδαιότητα που η Εκκλησία αποδίδει σε αυτή την λεπτομέρεια. Η παρουσία των ζώων αυτών εξηγείται, αναμφίβολα, από την πρακτική ανάγκη, οπως την δείχνει η Ακολουθία των Χριστουγέννων: η Παρθένος ταξίδεψε καθισμένη απάνω σ' ένα γαϊδουρακι· όσο για το βόδι, το'χε οδηγήσει εκεί ο μνήστωρ Ιωσήφ που ήθελε να το πουλήσει για ν'ανταποκριθεί στα έξοδά του ταξιδιού. Αλλ'αυτή η πρακτική ανάγκη δεν είναι αρκετή για να δικαιολογήσει την παρουσία των ζώων τόσο κοντά στον Λυτρωτή. Την εξηγεί η προφητεία του Ησαΐα: «Έγνω βους τον κτησάμενον, και όνος την φάτνην του κυρίου αυτού· Ισραήλ δε με ουκ έγνω και ο λαός με ου συνήκεν». Ο Θεός, κατεβαίνοντας στην γη και έχοντας γίνει άνθρωπος, δεν βρήκε θέση ανάμεσα στους ανθρώπους, γιατί αυτοί δεν τον δεχθηκαν. Το σπήλαιο και η φάτνη ανήκουν στα ζώα. Παριστάνοντας τον βουν και τον όνον, η εικόνα μας θυμίζει την προφητεία του Ησαΐα και μας καλεί στην γνώση και στήν κατανόηση του Μυστηρίου της θείας οικονομίας που εκπληρωθηκε με την Γέννηση. 

Ό,τι κάνει εντύπωση πριν απ' όλα όταν κοιτάμε την εικόνα της Γεννήσεως, είναι η Παρθενος και η θέση που αυτή κατέχει. Η εικόνα υπογραμμίζει την σπουδαιότητα του μέρους που καταλαμβάνει η Θεομήτωρ στην Γέννηση, δηλαδή στην εορτή της αναπλάσεως του κόσμου. Είναι η καινούργια Εύα. Όπως η πρώτη Εύα έγινε μητέρα των προχριστιανικών ανθρώπων, έτσι η νέα Εύα, η Παρθένος Μαρία, έγινε μητέρα της θεωθείσης ανθρωπότητος. Αλλά η παλιά Εύα είχε δώσει προσοχή στα λόγια του όφεως μέσα στον παράδεισο. Η δεύτερη Εύα άκουσε τον αρχαγγελικό ασπασμό. Μετέχει κι αυτή στην σωτηρία μας, όπως η προμήτωρ υπήρξε αιτία της πτώσεώς μας. Η εικόνα της Γεννήσεως εξαίρει την συμμετοχή της Μαρίας στην σωτηρία μας, προβάλλοντας την Παναγία με ιδιαίτερη έμφαση, στο κεντρικό μέρος, κι ακόμα δίνοντάς της διαστάσεις υπέρμετρες. Σε πολλές εικόνες είναι η πιο μεγάλη απ' όλα τα πρόσωπα. Είναι ξαπλωμένη πολύ κοντά στο θείο της τέκνο πάνω σ' ένα χράμι, αλλά γενικά έξω από το σπήλαιο. 

Η στάση της Παρθένου είναι πάντα πολύ σημαντική και δεμένη με τα δογματικά προβλήματα της εποχής και του τόπου, όπου έγινε η εικόνα. Οι διαφορές που παρουσιάζει κάθε φορά υποδηλώνουν την πρόθεση να εξαρθεί πότε η θεότης και πότε η ανθρωπότης του Κυρίου. Έτσι, σε ορισμένες παραστάσεις της Γεννήσεως, η Παρθένος είναι μισοξαπλωμένη-μισοκαθισμένη, η στάση της δηλαδή είναι ανάλαφρη, για να δειχθεί η απουσία των ωδίνων και συνεπώς η παρθενική γέννηση κι η θεία καταγωγή του Παιδίου (εναντίον της πλάνης των νεστοριανών). Αλλά στην πλειονότητα των παραστάσεων η Παρθένος είναι ξαπλωμένη και εκφράζει με την στάση της μιαν άκρα κόπωση και ατονία. Ο Νικόλαος Μεζαρίτης, περιγράφοντας μια τέτοια παράσταση (ενός ψηφιδωτού των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη), λέγει πως ο υπερβολικός κάματος που εκφράζεται στην απεικόνιση της Παρθένου θυμίζει στους πιστούς πως η ενανθρώπηση του Λυτρωτή δεν ήταν φαινομενική, αλλά πραγματική. 

Γύρω από τα κεντρικά πρόσωπα του Παιδίου και της Θεοτόκου, βλέπουμε τις λεπτομέρειες που, καθώς είπα ήδη, μαρτυρούν συγχρόνως και το γεγονός της θείας σαρκώσεως και την επίδραση που είχε πάνω στην κτίση. 

Oι άγγελοι εκπληρώνουν το διπλό τους λειτούργημα: δοξολογούν, τον Θεό και φέρνουν τα «ευαγγέλια» (= τις καλές αγγελίες) στους ανθρώπους. Η εικόνα εκφράζει αυτό το διπλό λειτούργημα, παριστάνοντας ένα τμήμα των αγγέλων προς τα πάνω, προς τον Θεό, κι ένα άλλο προς τα κάτω, προς τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι αυτοί είναι οι απλοϊκοί ποιμένες, που για την καθαρότητα της καρδιάς τους έχουν το προνόμιο να επικοινωνούν με τον υπερφυσικό κόσμο και αξιώνονται να γίvoυν μάρτυρες ενός θαύματος. Παριστάνονται στην εικόνα ακούοντας τον ύμνο των αγγέλων και συχνά ένας από τους τσομπάνηδες παίζει την φλόγερα του, ανακατώνοντας την μουσική, τέχνη ανθρώπινη, με το αγγελικό άσμα2. 

Από την άλλη πλευρά του σπηλαίου, βλέπουμε τους Μάγους. Τους οδηγεί ο Αστήρ που μια αχτίνα του κατευθύνεται πάνω στο σπήλαιο. Αυτή η αχτίνα ενώνει επίσης τον Αστέρα με ένα σημείο που ξεπερνά τα όρια της εικόνας και υποδηλώνει συμβολικά τον ουράνιο κόσμο. Η εικόνα υπαινίσσεται έτσι ότι αυτό το άστρο δεν είναι μονάχα ένα κοσμικό φαινόμενο, αλλά και ένας μαντάτορας από το υπερπέραν, που μηνύει ότι στην γη γεννήθηκε Εκείνος που ανήκει στον ουρανό. Αν στους αγράμματους τσομπάνηδες το μυστήριο αποκαλύφθηκε απευθείας από έναν άγγελο oι Μάγοι, άνθρωποι της γνώσεως, πρέπει να κάνουν ένα μακρύ δρόμο που θα τους φέρει από την γνώση του σχετικού στην γνώση του Απόλυτου, μέσον ενός αντικειμένου των μελετών τους. Ο Μέγας Βασίλειος λέγει πως oι Χαλδαίοι αστρολόγοι δέχονταν από γενεά σε γενεά την σχετική με το άστρο προφητεία του Βαλαάμ. Στον Όρθρο των Χριστουγέννων ακούμε: «Του μάντεως πάλαι Βαλαάμ των λόγων μυητάς, σοφούς αστεροσκόπους, χαράς έπλησας». Έτσι, ο Αστήρ ειναι συνάμα η εκπλήρωση της προφητείας και το κοσμικό φαινόμενο, που η παρατήρησή του οδήγησε τους σοφούς «να προσκυνήσουν τον Ήλιο της Δικαιοσύνης». Είναι το φως που, κατά τον Άγιo Λέοντα τον Μέγα, έλαμψε στους εθνικούς και έμεινε κρυμμένο για τους Ιουδαίους. Η Εκκλησία βλέπει στους ποιμένες -στα πρώτα αυτά τέκνα του Ισραήλ που προσκύνησαν το Παιδίον- τις απαρχές της εξ Ιουδαίων Εκκλησίας, και στους μάγους την «απαρχήν των εθνών», την «εξ εθνών Εκκλησίαν». Προσφέροντας στον Χριστό τα δώρα τους, «το καθαρό χρυσάφι προς τον Βασιλέα πάντων των αιώνων, τον λίβανο προς τον Θεό των όλων, και την σμύρνα στον Αθάνατο που επρόκειτο να ταφεί τριήμερος», προσημαίνουν τον θάνατό του και την ανάστασή του. Ας προσθέσω ότι oι μάγοι παριστάνονται γενικά σε διάφορες ηλικίες, για να υπογραμμισθεί ότι η αποκάλυψη δόθηκε στους ανθρώπους ανεξάρτητα από την ηλικία και την κοσμική πείρα τους. 

Κάτω, στη μια γωνία της εικόνας, δύο γυναίκες λούζουν το Παιδίον. Αυτή η σκηνή είναι προμηθευμένη από την Παράδοση. 

Eίναι μια σκηνή από την καθημερινή ζωή, που δείχνει καθαρά πως ο Τεχθείς ήταν σαν οποιοδήποτε άλλο νεογέννητο κάτω από τις απαιτήσεις της ανθρώπινης φύσεως. Αλλά, από το άλλο μέρος, κατά την ερμηνεία του Νικολάου Μεζαρίτη, οι δύο γυναίκες είναι συνάμα μάρτυρες της θείας προελεύσεως του Παιδίου. Πράγματι, έχοντας έλθει αργά και μην έχοντας παραστεί κατά την γέννηση, η μια απ' αυτές, η Σαλώμη, δεν πίστεψε πως μια Παρθένος μποροϋσε να παιδοποιήσει και τιμωρήθηκε για την απιστία της αυτή· το χέρι της, που ειχε τολμήσει να ικανοποιήσει την αμαρτωλή περιέργεια, έμεινε παράλυτο. Αφού μετενόησε κι άγγιξε το Παιδίον, θεραπεύθηκε. 

Mια ακόμη λεπτομέρεια δείχνει πως με την Γέννηση "ήττηνται της φύσεως οι όροι". Πρόκειται για τον μνήστορα Ιωσήφ. Δεν έχει θέση στο κεντρικό μέρος της εικόνας, αλλ' απεναντίας βρίσκεται σαφώς χωρισμένος από το Παιδίον και την Παναγία. Δεν είναι ο πατέρας. Μπροστά του, υπό το φαινόμενο ενος τσομπάνη σκυμμένου από τα χρόνια, στέκεται ο διάβολος που τον πειράζει. Μερικές εικόνες τον παρουσιάζουν άλλοτε με μικρά κέρατα κι άλλοτε με μια σχεδόν αδιόρατη ουρά. Η παρουσία του Αρχεκάκου και το μέρος που παίζει ως πειραστής έχουν μια όλως ιδιαίτερη έμφαση στην εορτή της αναπλάσεως του κόσμου, στα Χριστούγεννα. Η εικόνα, βασιζόμενη στην Παράδοση, μεταδίδει το νόημα ορισμένων λειτουργικών κειμένων (ιδέ Πρώτη και Ενάτη Ώρα), που μιλούν για τις αμφιβολίες του Ιωσήφ και την φοβερή του ψυχική αναστάτωση. Η εικόνα τα εκφράζει όλα αυτά με την περίλυπη στάση του Ιωσήφ, που έχει πίσω του την μαύρη άβυσσο του σπηλαίου. H παράδοση των απόκρυφων μας μεταφέρει τα εξής λόγια του διαβόλου, με τα οποία πειράζει τον μνήστορα της Παρθένου: «Όπως αυτό το ξερό ραβδί δεν μπορεί να πετάξει φύλλα, έτσι και η παρθένος δεν μπορεί να κάνει παιδί». 

Αυτό είναι, σε σύντομη έκθεση, το περιεχόμενο της εικονογραφίας της Γεννήσεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Κάθε φορά που απομακρύνεται μια εικόνα απ' αυτό, η σημασία που έχει μικραίνει και φτωχαίνει· έτσι η κατάληξη είναι η απώλεια του ουσιώδους δηλαδή της ιστορικής πραγματικότητας και του δογματικού περιεχομένου που μας παρέχονται απο την Αγία Γραφή. Ένα χτυπητό παράδειγμα συναντάμε στην δυτική θρησκευτική ζωγραφική. Oι πίνακες των ζωγράφων της Δύσεως που παίρνουν ως θέμα την Γέννηση δεν παριστάνουν την ίδια την αλήθεια, όπως κάνει η ορθόδοξη εικόνα αλλά ατομικές ερμηνείες αυτής της αλήθειας. Το ιστορικό και δογματικό περιεχόμενο της εικόνας αντικαταστάθηχε μ' ένα περιεχόμενο συναισθηματικό και οικείο, και η Γέννηση του Κυρίου μας ανάγεται έτσι σε μια συγκινητική οικογενειακή σκηνή. 

Είναι αυτό που λέγει ο άγιoς Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός: «Εκθέτεις στην όραση ό,τι οδηγεί χαμηλά και περνάς αδιάφορος μπροστά σ' ό,τι εξυψώνει». Μια τέτοια παράσταση της Γεννήσεως που μας προβάλλει ό,τι είναι χαμηλό και φτηνό δηλαδή ό,τι είναι ανθρώπινο απλώς δεν υψώνει το πνεύμα μας και τις αισθήσεις μας στην γνώση του μυστηρίου της θείας Σαρκώσεως· εξανεμίζει αυτό το μυστήριο μέσα σε μιαν ατμόσφαιρα γυμνά ανθρώπινη, αφήνοντάς μας, έτσι στην φυσική κατάσταση, μέσα στο σαρκικό περιβάλλον. 

Η ορθόδοξη εικόνα δεν αποκλείει το ανθρώπινο στοιχείο· βλέπουμε τις ανθρώπινες γνώσεις στους μάγους την εργασία και την τέχνη στους ποιμένες, το φυσικό ανθρώπινο αίσθημα στον δίκαιο Ιωσήφ. Αλλ'αυτή η φυσική ζωή του κόσμου παριστάνεται σ'επαφή με τον υπερφυσικό κόσμο και χάρη σ'αυτή την επαφή κάθε φαινόμενο της ανθρώπινης ζωής βρίσκει την θέση του και την σημασία του, φωτίζεται από ένα καινούργιο περιεχόμενο. Έτσι η εικόνα υψώνει το πνεύμα μας και τις αισθήσεις μας στην θεωρία και την γνώση του μυστηρίου της θείας Σαρκώσεως και μας κάνει να μετέχουμε στον πνευματικό θρίαμβο της Εορτής. 

«Βάδιζε με τον Αστέρα -λέγει ο Άγιος Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός- φέρε δώρα με τους μάγους... δόξασε με τους ποιμένες, αγάλλου με τους αγγέλους, για να γίνει μια η χαρά των ουρανίων και των επιγείων». 




1) Τον παιδικό χαραχτήρα της εικονογραφίας ο Ουσπένσκυ, όπως βλέπουμε, τον είχε διαγνώσει ήδη από το 1951.Είναι σημαντικό, όμως, ότι την αισθητική ερμηνεία αυτού του χαρακτήρα την αποδίδει σ' εκείνους που «δεν είναι μπασμένοι στο πνεύμα της ορθοδόξου λατρείας». Εξηγώντας την παιδική αυτή αφέλεια της εικόνας λειτουργικά, βάσει των λόγων του Κυρίου, κάνει μια υπέρβαση για να δώσει το βάρος όχι στην αισθητική αυτή "χαρά", αλλά στο «πολύ βαθύ δογματικό περιεχόμενο της εικόνας», όπως λέει. Αντίθετα νεώτερες μελέτες δίνουν υπερβολική σημασία στην αισθητική αυτή λεπτομέρεια, η οποία εκτρέπεται από τον δρόμο της θεολογίας της εικόνας. Πρβλ. π. Στ. Σκλήρη, Εν Εσόπτρω, εικονολογικά μελετήματα,εκδ. Μ.Γρηγόρη, Αθήνα 1992, σελ. 33 κ.ε. Η εικονογραφική αφέλεια του σχεδίου οδηγεί τον συγγραφέα στην συστηματοποίηση μιας νεοελληνικής αισθητικής μεθόδου, που «απηχεί (...) τα διαχρονικά διδάγματα και τις λύσεις που έδωσε μια πολιτιστική παράδοση υψηλή, όπως αυτή του ελληνισμού, στο πρόβλημα του ανθρώπου και επομένως και της παιδείας του» (στο ίδιο, σελ. 34). 

2) Είναι σημαντική η λειτουργική ερμηνεία του Ουσπένσκυ στην πλάγια (προφίλ) παράσταση των προσώπων μέσα στις εικόνες: «Ο Άγιος βρίσκεται παρών, θα πει, μπροστά μας κι όχι κάπου μέσα στο σύμπαν. Όταν προσευχόμαστε σ' εκείνον βρισκόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο μαζί του (...) Η κατατομή διακόπτει κατά κάποιο τρόπο την άμεση επαφή· είναι σαν μια αρχή απουσίας. Επομένως, παριστώνται πλαγίως μόνον τα πρόσωπα που δεν έφθασαν στην αγιότητα, όπως για παράδειγμα oι μάγοι και oι βοσκοί στην εικόνα της Γέννησης του Χριστού» 

http://paterikos.blogspot.gr

Παναγία, η μάνα των Αγιορειτών


Ήταν ένα γεροντάκι που μόλις άκουγε τ’ όνομα της Παναγίας έκλαιγε σαν μικρό παιδί.

Ήταν ένας Καυσοκαλυβίτης που όποτε γύριζε πλευρό τη νύχτα έψελνε το «Άξιον εστί».

Ήταν ένας Γρηγοριάτης ηγούμενος πού ΄χε «φάει» την εικόνα Της από τους πολλούς ασπασμούς.

Ήταν ένας Νεοσκητιώτης που παρακαλούσε όποιον έβλεπε να μιλήσει, να γράψει, να εκδώσει, ότι υπήρχε για την Παναγία.

Ήταν ένας μακαρίτης Ιβηρίτης που έπασχε από αγάπη προς την Πορταΐτισσα.

Ένας Φιλοθεΐτης έλεγε: «Έχομεν βεβαίας τας ελπίδας εις την Γλυκοφιλούσαν»

Παναγία· η μάνα των Αγιορειτών.
Η Παναγία. Πάνω απ’ όλες τις αγίες. Μητέρα Θεού και ανθρώπων. Η καλύτερη παραμυθία. Η πιο σίγουρη πρέσβειρα των πιστών. Η πιο ταπεινή, η πιο καλή, η πιο σεμνή, η πιο υπάκουη, η πιο υπομονετική, η σιωπηλή, η γενναία, η πρώτη, η βασίλισσα, η Κυρία, η Έφορος, η Οικονόμισσα, η φωτοφόρος νεφέλη και μανναδόχος στάμνα.

Χαρά να την αντικρύσεις. Ευχαρίστηση να την επικαλείσαι. Ευλογία να σ’ επισκέπτεται. Ελπίδα βέβαιη να την παρακαλάς. Βοήθεια μεγάλη η σκέπη της.

Που να βρεις τα ωραία λόγια να την εγκωμιάσεις; Πόσο φτωχή είναι η γλώσσα για τα μεγάλα ονόματα; Πόσο έχει φθαρεί η γλώσσα από την κατάχρηση. Έτσι σιωπάς και τα λες όλα. Όπως σιωπηλή ακολουθούσε παντού τον αγαπητό Υιό Της. Μέχρι Σταυρού.


Αθωνίτισσα Θεοτόκε, το ακοίμητο κανδήλι, το αγνό κερί, οι Χαιρετισμοί, η Παράκληση, το Θεοτοκάριο, τα Θεοτόκια δεν σου αρκούν. Μήτε γονυκλισίες και τάματα και προσφορές και κομποσχοίνια. Την καθαρότητα της καρδίας ζητάς για νάλθει ο Υιός σου να κατοικήσει και να φέρει θεοτόκες και θεοφόρες ώρες αγίας θεοψίας και φωτοχυσίας…

Μητέρα του Θεού, μητέρα των ανθρώπων, μητέρα του πόνου, μητέρα της αγωνίας, μητέρα των θλιβομένων, σύντροφε των μονομάχων του Θεού, των καλογέρων.

Όπως και να το κάνουμε είναι ανώτερες ψυχές οι Αγιορείτες, αφού επέλεξαν ν’ αφοσιωθούν μόνιμα στην Αθωνίτισσα Θεοτόκο.
Υπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς· του Άξιον εστί του πάνσεπτου ναού του Πρωτάτου της πρωτεύουσας των Καρυών, της Κουκουζέλισσας της Μεγίστης Λαύρας, της Βατοπεδινής Εσφαγμένης, της Πορταΐτισσας των Ιβήρων, της Τριχερούσης του Χιλιανδαρίου, του Ακαθίστου της Διονυσίου, της Φοβεράς Προστασίας του Κουτλουμουσίου, της Γερόντισσας του Παντοκράτορος, της Γοργοϋπηκόου της Δοχειαρίου, της Μυροβλύτισσας του Αγίου Παύλου, της Οδηγήτριας του Ξενοφώντος και τόσες άλλες, σ’ εκκλησίες και παρεκκλήσια, κελλιά και καλύβια...

Από το βιβλίο «Αθωνικό απόδειπνο» του Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου

http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2014/07/blog-post_9163.html

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

Η ανεξικακία είναι η ταπείνωση και οδηγεί στην αγάπη

Του Αββά Ζωσιμά

Ὁ ἀββάς Ζωσιμᾶς ἀναφέρει μία προσωπική του ἐμπειρία, στήν ὁποία φαίνεται καθαρά πῶς ἡ ἀνεξικακία καί ἡ ταπείνωση ὁδήγησαν τόν ἴδιο καί ἕναν ἄλλο ἀδελφό στήν ἀληθινή ἀγάπη.

Ἄς δοῦμε τί λέει λοιπόν:

Εἶχα στή σκήτη ἕναν ἀδελφό ὑποτακτικό, ὁ ὁποῖος προερχόταν ἀπό πλούσιο σπίτι, ἦταν καλομαθημένος καί εἶχε ἀνάγκη ἀπό ἰδιαίτερη πνευματική φροντίδα καί κατανόηση, γιά νά προχωρήσει στήν μοναχική ζωή.

Πράγματι λοιπόν, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, τόν κάτηρτησα πνευματικά στό πνεῦμα τοῦ μοναχισμοῦ καί ἔφθασε ὡς τό σημεῖο νά λάβει ἀπό μένα τό Μοναχικό, τό Ἀγγελικό, Σχῆμα.

Αὐτός λοιπόν μία μέρα μου εἶπε:

-Ἀββᾶ, σέ ἀγαπῶ πολύ.

Ἔγω τοῦ ἀπάντησα:

-Ἀκόμη δέν βρῆκα κάποιον πού νά μέ ἀγάπα ὅπως τόν ἀγαπῶ. Τώρα μου λές ὅτι μέ ἀγαπας καί ἔγω σέ πιστεύω. Ἄν ὅμως συμβεῖ κάτι πού νά μή σού ἀρέσει, δέν θά παραμείνεις ὁ ἴδιος. Ἔγω ὅμως, μέ τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ότι καί νά πάθω ἀπό σένα, θά παραμείνω ὁ ἴδιος ἀπέναντί σου καί τίποτε δέν θά μπορέσει νά μέ ἀπομακρύνει ἀπό τήν ἀγάπη σου.

Πέρασε, πραγματικά, λίγος καιρός καί δέν γνωρίζω γιά ποιό λόγο ἤ τί τοῦ συνέβη - διότι δέν συγκατοικούσαμε πιά μαζί- καί ὁ ἀδελφός ἄρχισε νά διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου πολλά φοβερά, ἀκόμη καί αἰσχρά.

Εγώ, μόλις πληροφορήθηκα ὅλα ὅσα ἔλεγε ἐνάντιόν μου, εἶπα στόν ἑαυτό μου:

-Αὐτός ὁ ἄνθρωπος εἶναι «καυτήριο» τοῦ Ἰησοῦ καί στάλθηκε γιά νά θεραπεύσει τήν κενόδοξη ψυχή σου. Αὐτός, πραγματικά, εἶναι εὐεργέτης σου.

Καί ὄντως τόν θεωροῦσα σάν γιατρό καί θεράπευτή μου καί προσευχόμουνα διάπυρα γι' αὐτόν.

Ἐνῶ σ' αὐτούς πού μου μετέφεραν τά λόγια τό ἀπαντοῦσα:

-Ὁ ἀδελφός γνωρίζει ὅσα ἐλαττώματά μου εἶναι φανερά, καί ὄχι ὅλα, πολύ ἐλάχιστα. Ἀναφέρει λοιπόν ὅσα γνωρίζει. Ἔχω ὅμως καί πολλά ἀλλά πού διαφεύγουν τήν προσοχή του. Μετά λοιπόν ἀπό ἀρκετό καιρό ὁ ἀδελφός αὐτός μέ συνάντησε στήν Καισαρεια τῆς Καππαδοκίας.

Καί κατά τήν συνήθειά του μέ ἀγκαλίασε καί μέ ἀσπάσθηκε ἀδελφικά. Καί ἔγω ἐπίσης ἔκανα τό ἴδιο, σάν νά μή συνέβαινε τίποτε.Τό ἴδιο πράγμα ἐπαναλήφθηκε πολλές φορές. Ἐνῶ δηλαδή ἔλεγε τέτοια φοβερά λόγια ἐνάντιόν μου, κάθε φόρα πού μέ συναντοῦσε, μέ ἀγκαλίαζε θερμά καί μέ ἀσπαζόταν. Καί ἔγω τοῦ ἀνταπέδιδα θερμό τόν χαιρετισμό, χωρίς νά τοῦ δίνω καμμία ὑποψία ὅτι ἔχω μάθει ὅσα διαδίδει γιά τό πρόσωπό μου.

Οὔτε τοῦ φανέρωνα κάποια λύπη γιά τίς συκοφαντίες του, ἄν καί τίποτε ἀπ' ὅσα ἔλεγε δέν ξέφευγε ἀπό τά αὐτιά μου. Κάποια μέρα λοιπόν, ὕστερα ἀπ' αὐτά, μέ ξανασυνάντησε καί ἔτρεξε, ὡς συνήθως κοντά μου, ἀλλά αὐτή τή φορά ἔπεσε στά ποδιά μου, τά κράτησε σφιχτά, καί μοῦ εἶπε:

-Συγχώρεσε μέ Ἀββᾶ, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Κύριου, γιατί πολλά φοβερά καταλάλησα ἐναντιον σού καί ἐσύ εἶσαι καθαρός καί ἄδολος. Ἔγω τότε τόν σήκωσα ἐπάνω, τόν ἀσπάσθηκα καί τοῦ εἶπα χαριεντιζόμενος:

-Θυμᾶσαι, ἀδελφέ, πού κάποτέ μοῦ εἶπες «σέ ἀγαπῶ πολύ» καί ἔγω σοῦ ἀπάντησα ὅτι «ἀκόμη δέν βρῆκα κάποιον νά μέ ἀγάπα ὅπως τόν ἀγαπῶ»; Θά θυμᾶσαι ἀσφαλῶς καί τά ὑπόλοιπα πού σοῦ ἔλεγα. Θέλω νά ξέρεις ὅτι τίποτε δέν μοῦ διέφευγε ἀπό ὅσα διέδιδες ἐναντιόν μου. Μάθαινα τά πάντα, καί τό μέρος πού τά ἔλεγες καί σέ ποιούς τά ἔλεγες. Οὐδέποτε βέβαια τά διέψευσα καί οὔτε εἶπα σέ κανέναν «δέν εἶναι ἔτσι ὅπως τά λέει ὁ ἀδελφός».

Οὔτε παρασύρθηκα, μέ τή Χαρη τοῦ Ἅγιου Θεοῦ, νά πῶ σέ κάποιον κακό λόγο γιά τό δικό σου πρόσωπο. Ἀλλά ἔλεγα σ' αὐτούς ποῦ μοῦ μετέφεραν τίς κατηγορίες σου, ὅτι «αὐτά πού λέει ὁ ἀδελφός τά λέει ἀπό ἀγάπη, γιατί θέλει νά εἶμαι σωστός μοναχός».

Καί οὐδέποτε ἔπαυσα νά προσεύχομαι γιά σενα. Θά σοῦ πῶ κάτι ἀκόμη, ἀδελφέ, γιά νά καταλάβεις ὅτι ἡ ἀγάπη μου παρέμεινε ἀναλλοίωτη πρός τό πρόσωπό σου. Ὅταν κάποτε πόνεσε τό μάτι μου παρά πολύ καί κυνδυνευσα νά τό χάσω, ἀμέσως, σέ θυμήθηκα, ἔκανα τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ καί εἶπα:

- Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, μέ τίς εὐχές τοῦ ἀδελφοῦ μου (τάδε), κᾶνε μέ καλά. Καί ἀμέσως θεραπεύθηκα. Ἀπό τότε, συνέχισε ὁ ἄββας Ζωσιμας, ὁ ἀδελφός ἐκεῖνος ἀπέκτησε τέλεια ἐμπιστοσυνη σέ μένα, σταμάτησε νά μέ κατηγορεῖ, μέ ὑπερεκτιμοῦσε καί μέ ἀγαποῦσε ἀληθινά.

Στή συνέχεια πρόσθεσε:

Ἐμεῖς δέν γνωρίζουμε πώς νά κερδίσουμε τήν ἀγάπη καί τήν ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν μας. Διότι, ἄν ταπεινωθεῖ κάποιος καί ἀνεχθεῖ τόν ἀδελφό του, ὁ ἀδελφός του θά συναισθανθεῖ τήν ταπείνωση καί τήν ἀνεξικακία τοῦ καί θά ἀνάψει μέσα στήν καρδία τοῦ ἰσχυρή ἀγάπη καί ἐκτίμηση γιά τό πρόσωπό του, ἀλλά θά κερδίσει ταυτόχρονα καί τήν ψυχή του.

ΠΗΓΗ: Αναβάσεις,

1. Ἐκ τοῦ Εὐεργετινου. τόμ. Β' σέλ 76., Ἡ Στολή τῆς Θεότητος, Η Ταπείνωση κατά τούς Πατέρες, σσ. 98-101, Ἐκδόσεις « ΕΤΟΙΜΑΣΙΑ»,

Ψηφιοποίηση κειμένου ΔΣΑ 


 http://paterikos.blogspot.gr

Δεν πρέπει να τηρούμε την εγκράτεια μόνο στην τροφή αλλά και στις υπόλοιπες κινήσεις της ψυχής.

Έστειλε κάποτε ο Επιφάνιος, ο επίσκοπος Κύπρου ,μήνυμα στον αββά Ιλαρίωνα και τον παρακαλούσε: «Έλα να δούμε ο ένας τον άλλον ,πριν αποχωρήσουμε από το σώμα». Πράγματι πήγε ο αββάς και χάρηκαν που βρέθηκαν .Την ώρα που έτρωγαν, έφεραν στο τραπέζι πτηνό. Το πήρε ο Επίσκοπος και το πρόσφερε στον αββά Ιλαρίωνα. Του λεέι τότε ο Γέροντας: «Συγχώρεσέ με, από τότε που πήρα το σχήμα δεν έφαγα σφαχτό». Ο Επίσκοπος αποκρίνεται: «Εγώ από τότε που πήρα το σχήμα, δεν άφησα κανέναν να κοιμηθεί έχοντας κάτι εναντίον μου, ούτε εγώ κοιμήθηκα έχοντας κάτι εναντίον κάποιου άλλου». Του λέει τότε ο Γέροντας: «Συγχώρα με ,ο δικός σου τρόπος ζωής είναι ανώτερος απ’τον δικό μου».

Είπε ο αββάς Ησαϊας: «Τη σιωπή να την αγαπάς περισσότερο από το λόγο, γιατί η σιωπή φέρνει θησαυρό ,ενώ η ομιλία τον διασκορπίζει».

Κάποιος αδελφός ρώτησε τον αββά Ισίδωρο, τον πρεσβύτερο της Σκήτης: «Γιατί οι δαίμονες σε φοβούνται τόσο πολύ;» Του απαντά ο Γέροντας: «Από την ώρα που έγινα μοναχός προσπαθώ να μην επιτρέπω την οργή να ανέβει στο στόμα μου (Πρβλ.Ψαλμ. 149, 6.)».

 http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/monasticism/mega_gerontiko.htm
 http://paterikos.blogspot.gr

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Διεκπεραιωταί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ



Διεκπεραιωταί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ
ΣΤΑ περισσότερα ἔργα τῶν ἀνθρώπων πρωτεύοντα ρόλο παίζει τό φοβερό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας. Δραστηριοποιοῦνται οἱ ἄνθρωποι γιά νά ἱκανοποιήσουν τό «ἐγώ» τους. Νά δείχνουν τά ἔργα τους καί νά χαίρονται.  Νά τούς ἐπαινεῖ ὁ κόσμος καί αὐτοί νά καμαρώνουν. Αὐτός εἶναι καί λόγος πού πολλά γίνονται, ὄχι γιά νά καλύψουν ἀνάγκες, ἀλλά γιά νά ἐντυπωσιάσουν ἐκείνους πού τά παρακολουθοῦν.
Ἔτσι κινοῦνται οἱ κοσμικοί, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι καί στούς χριστιανούς δέν παρατηρεῖται τό φαινόμενο. Ἀκόμα καί στούς μοναχούς βλέπουμε ἔργα ματαιοδοξίας. Χτίζουν περίτεχνα καί ἐντυπωσιακά μοναστήρια, ἀδιαφορώντας γιά τούς ἀδελφούς τους, πού εἶναι φτωχοί καί δέν ἔχουν οὔτε τά στοιχειώδη τῆς ζωῆς. Σέ τελευταία ἀνάλυση τά ἔργα τους εἶναι γιά τά μάτια τοῦ κόσμου καί ὄχι γιά τίς δικές τους ἀνάγκες. Ἐάν πράγματι πίστευαν ὅτι ὁ σκοπός τῆς παρούσης ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῆς μελλούσης, δέν θά καταπονοῦνταν μέ περιττές οἰκοδομές καί δέν θά ἐπαιτοῦσαν, γιά νά συγκεντρώσουν μεγάλα ποσά προκειμένου νά ὑλοποιήσουν τά μεγαλεπίβολα σχέδιά τους. Λείπει, δυστυχῶς, ἡ ταπείνωση καί ἡ αἴσθηση τοῦ τί συμβαίνει γύρω τους.

Οἱ πιστοί ἄνθρωποι ὅλα τά ἀποδίδουν στό Θεό καί ἀρνοῦνται νά οἰκειοποιηθοῦν τά δῶρα του. Ὅλα ὅσα χρησιμοποιοῦν στή ζωή τους καί ὅσα διαχειρίζονται τά θεωροῦν προσφορά τοῦ Θεοῦ καί ὄχι δικά τους ἀποκτήματα. Γι᾿ αὐτό καί δέν ὑπερηφανεύονται.
Αὐτή τήν ἱερή αἴσθηση εἶχε καί ὁ ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τή βαθιά του ταπείνωση. Εἶναι χαρακτηριστική ἡ ἀπάντηση πού ἔδωσε σέ κάποιον ἐπισκέπτη του, ὅταν τόν ρώτησε ἄν μπαίνει στόν πειρασμό τῆς ὑψηλοφροσύνης ἐξ αἰτίας τοῦ πλήθους τῶν ἀνθρώπων πού τόν ἀναζητοῦν καί τόν ἐπισκέπτονται: «Πές ὅτι εἶμαι στίς Καρυές καί ὁ Γέροντάς μου μοῦ ἔδωσε ἕνα κατοστάρικο νά πάρω λουκούμια γιά τό κελί. Δικά μου εἶναι τά λεφτά, γιά νά ὑπερηφανευθῶ;».
Ὁ ἅγιος Πορφύριος χτυποῦσε τόν πειρασμό τῆς ὑψηλοφροσύνης μέ μία ἁπλῆ σκέψη καί συνέχιζε νά προσφέρει στούς πολυπληθεῖς ἐπισκέπτες του ὅ,τι εἶχε, ἤ καλύτερα ὅ,τι τοῦ ἔδινε ὁ Θεός, εἴτε αὐτά ἦταν ὑλικά ἀγαθά εἴτε πνευματικές νουθεσίες καί θαυματουργικές παρεμβάσεις. Στόν ἴδιο δέν ἀνῆκε τίποτα. Διεκπεραίωνε τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Μοίραζε τά δῶρα τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους καί ἡ αἴσθηση αὐτή τόν κρατοῦσε στήν ταπείνωση. Ἐάν ὑψηλοφρονοῦσε, ὅλα θά ἀνατρέπονταν καί θά ἔχανε τήν εὔνοια τοῦ Θεοῦ.
Τήν ἴδια αἴσθηση πρέπει νά ἔχουν ὅλοι οἱ χριστιανοί. Νά εἶναι δραστήριοι στήν ἀγάπη καί ἀδρανεῖς στήν ὑπερηφάνεια. Νά εἶναι οἱ ταπεινοί ἐργάτες τοῦ Θεοῦ.

Ορθόδοξος Τύπος, 31/10/2014

Πηγή: http://aktines.blogspot.gr

Πρωτοπρ. Διονύσιος Τάτσης, Ἀπέναντι εἰς τήν δυστυχίαν τῶν ἀδελφῶν



Ἀπέναντι εἰς τήν δυστυχίαν τῶν ἀδελφῶν
ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ πολύ συχνά ἀντιμετωπίζουν δυσάρεστες καταστάσεις, ἐσωτερικές καί ἐξωτερικές, οἱ ὁποῖες τούς πικραίνουν καί τούς ὁδηγοῦν στήν κατάθλιψη, κάτι πού εἶναι πολύ ἀνησυχητικό. Πολλές φορές καταφεύγουν καί σέ εἰδικούς ἐπιστήμονες, ἀλλά καί σέ ἀνθρώπους ἀμφιβόλου καταρτίσεως καί ἱκανότητος. Τά ἀποτελέσματα εἶναι συνήθως πενιχρά καί διαρκοῦν λίγο. Τά πράγματα θά ἦταν καλύτερα, ἐάν ὑπῆρχε ἀναφορά στό Θεό.
Ἡ δυστυχία στίς μέρες μας εἶναι εὐρέως διαδεδομένη καί δέν ὀφείλεται μόνο στήν ἔλλειψη ὑλικῶν ἀγαθῶν. Δυστυχεῖς δέν εἶναι μόνο οἱ φτωχοί. Εἶναι καί οἱ πλούσιοι. Θά ἔλεγα ὅτι οἱ δεύτεροι σέ μεγαλύτερο βαθμό. Οἱ χριστιανοί πρέπει νά δείχνουν ἐνδιαφέρον καί ἔμπρακτη ἀγάπη πρός τούς ἀδελφούς τους μέ διάκριση, ἀποφεύγοντας ἐπιπόλαιες κρίσεις καί ἐξηγήσεις γιά τή δυστυχία τους. Τό παράδειγμα μᾶς τό ἔχουν δώσει οἱ μεγάλοι Γέροντες, οἱ ὁποῖοι κυριολεκτικά θυσιάστηκαν προσφέροντας στούς δυστυχεῖς ἀδελφούς ὅ,τι εἶχαν καί δέν εἶχαν. Καί ἦταν πολλοί αὐτοί. Κατά ἑκατοντάδες κατέφευγαν καθημερινά στά ταπεινά κελιά τους, γιά νά πάρουν τήν εὐχή τους καί νά τούς ἐμπιστευθοῦν τά προβλήματα πού τούς ἀπασχολοῦσαν.
Ἐκεῖνοι, πραγματικοί πατέρες, τούς βοηθοῦσαν μέ πολλούς τρόπους καί τούς προέτρεπαν νά συνδεθοῦν σταθερά μέ τό Χριστό καί νά τηροῦν τίς ἐντολές του.
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ Καυσοκαλυβίτης τόνιζε συχνά στούς ἐπισκέπτες: «Ἀγαπήσατε τόν Χριστό καί ὅλα ἐκεῖνα πού σᾶς καταπιέζουν καί σᾶς φθείρουν, καί οἱ ἁμαρτωλές μνῆμες καί τά ἀπωθημένα, θά φύγουν. Ἡ χαρά τοῦ Χριστοῦ θά σᾶς γιατρέψει. Εἶναι ὅπως τό φῶς, πού ἔρχεται καί φεύγουν τά σκοτάδια». Ἐκεῖνοι πού στηρίζονται στό Χριστό, πού ἔχουν πίστη καί ἐμπιστοσύνη στήν πρόνοιά του νιώθουν τίς ποικίλες καταπιέσεις, τούς πειρασμούς καί τίς πικρές ἐμπειρίες τῆς προηγούμενης ἁμαρτωλῆς τους ζωῆς, ἀλλά καί τά ἀπωθημένα τους, πού ἐπηρεάζουν σέ μεγάλο βαθμό τή συμπεριφορά τους, ἐντελῶς διαφορετικά, χωρίς ὑπερβολές, ἀνυπομονησία καί ἀδικαιολόγητους φόβους.
Ἡ διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ὅταν γίνεται ἀποδεκτή καί συνοδεύεται μέ ἄσκηση καί συνέπεια, εἶναι φῶς πού διαλύει τά σκοτάδια καί διευκολύνει στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν προβλημάτων καί τήν ἀγόγγυστη ἀποδοχή τῶν ὅσων ἐπιτρέπει ὁ οὐράνιος Πατέρας πάντα μέ τήν προοπτική τῆς αἰώνιας ζωῆς, τήν ὁποία δυστυχῶς λίγοι σκέφτονται.
Οἱ κληρικοί συνήθως ἀναφέρονται γενικά καί ἀόριστα στήν ἀγάπη πού πρέπει νά ἔχουν οἱ χριστιανοί πρός τό Χριστό, χωρίς ὅμως νά ἀναφέρονται στά ἀποτελέσματα, γιατί δέν ἔχουν ἀνάλογη ἐμπειρία. Ἐνῶ οἱ Γέροντες μιλοῦσαν μέ βάση τίς δικές τους ἐμπειρίες, ἀλλά καί τῶν Ἁγίων, στά κείμενα τῶν ὁποίων πάντα ἐντρυφοῦσαν.
Ορθόδοξος Τύπος,7/11/2014

Πηγή:  aktines.blogspot.gr

Ας βλέπουμε τις θλίψεις ως ευκαιρία να επαναπροσδιορίσουμε τους δρόμους μας και τις καρδιές μας Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας

Συχνά ρωτούν οι άνθρωποι γιατί, για ποιο λόγο, Κύριος ο Θεός τους στέλνει θλίψεις και πολλές φορές και πολύ σοβαρές δοκιμασίες; Είναι πολύ σημαντικό για τον κάθε χριστιανό να καταλάβει ότι οι θλίψεις μάς αποστέλλονται κατά το θέλημα του Θεού, το πάντοτε αγαθό και σωτήριο.
Τις περισσότερες φορές μάλιστα στέλνονται όχι σαν τιμωρίες, για τις αμαρτίες μας, αλλά για να επαναπροσδιορίσουμε τους δρόμους μας και τις καρδιές μας ή σαν απάντηση στα αιτήματα που απευθύνουμε στο Θεό. Οι άνθρωποι πολλές φορές περιμένουν από το Θεό να πραγματοποιήσει αυτά που ζητούν στις προσευχές τους με ένα τρόπο που οι ίδιοι θεωρούν ότι είναι ο καλύτερος. Ο Θεός, όμως, συχνά άπαντα στις δεήσεις τους με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο και όχι μ' αυτόν που θα ήθελαν ή θα φαντάζονταν.

Αν ζητάνε, για παράδειγμα, να τους χαρίσει ο Θεός ταπείνωση, φαντάζονται ότι σιγά-σιγά μέρα με τη μέρα η ταπείνωση υπό την ευεργετική επίδραση του Θεού θα μεγαλώνει στις καρδιές τους.Ο Κύριος όμως συχνά το κάνει με έναν διαφορετικό τρόπο• τους στέλνει ένα απροσδόκητο σκληρό χτύπημα το οποίο πληγώνει την υπερηφάνεια και τον εγωισμό τους και τους ταπεινώνει. Συχνά ο Θεός μάς στέλνει κάποια ασθένεια και εμείς παραπονιόμαστε και καθόλου δεν σκεφτόμαστε ότι τις περισσότερες φορές αυτή είναι μια μεγάλη ευεργεσία του Θεού,είναι ίσως η απάντηση του Θεού στις προσευχές μας, με τις οποίες τον παρακαλούμε να δυναμώσει την πίστη μας.

Δεν γνωρίζετε ότι πολλές φορές ο Κύριος μάς στέλνει φοβερές σωματικές ασθένειες και πληγώνει το σώμα μας για να μας δυναμώσει πνευματικά; 
 Αυτό έγινε και με τον όσιο Ποιμένα τον Πολύαθλο, ο οποίος ασκήτευε στη μονή των Σπηλαίων και όλη τη ζωή του βρισκόταν στο κρεββάτι του πόνου υποφέροντας από μία αθεράπευτη ασθένεια και μ' αυτό τον τρόπο έφτασε στην αγιότητα. Άλλοι άνθρωποι, οι οποίοι δίνουν μεγάλη σημασία στα γήινα αγαθά, ζητάνε από τον Κύριο να αυξηθούν τα πλούτη τους. Και ο Κύριος τους απαντά με την καταστροφή των κτημάτων τους ή με πυρκαγιές και μ' αυτόν τον τρόπο τους αποστρέφει από την προσκόλληση στα γήινα και από τη φιλαργυρία και έτσι διορθώνει τις αποκλίσεις τους από τη σωστή οδό, την οποία μας διδάσκουν οι μακαρισμοί.
Ο Θεός φέρεται σε μας σαν σε πραγματικούς υιούς Του, τους οποίους τιμωρεί για το καλό τους. Τις θλίψεις που μας στέλνει ο Κύριος εμείς πρέπει να τις υποδεχόμαστε έτσι όπως μας το λέει ο άγιος απόστολος Πέτρος: 
«Ταπεινώθητε ουν υπό την κραταιάν χείρα του Θεού, ίνα υμάς υψώση εν καιρώ.» (Α' Πετρ. 5, 6). 
Αν δεν μπορούμε, παρ' όλες τις προσπάθειές μας, να κατανοήσουμε για ποιο λόγο μάς στέλνονται από το Θεό οι θλίψεις, τότε ας ταπεινωθούμε κάτω από το δυνατό χέρι του Θεού και θα μας ανυψώσει στον κατάλληλο καιρό, για να καταλάβουμε τους δρόμους Του με τους οποίους μας οδηγεί σ' αυτόν το σκοπό. Πρέπει με πολλή ταπείνωση και χωρίς τον παραμικρό γογγυσμό να δεχόμαστε όλες τις δοκιμασίες και τις θλίψεις, που μας στέλνονται από το Θεό, έχοντας την ταπεινή πεποίθηση ότι μ' αυτά ο Θεός μας κατευθύνει και όχι ότι ξεσπά επάνω μας την οργή Του. Διότι ο ίδιος διά του στόματος του προφήτη Ησαΐα είπε: «Δεν είμαι πια μ' αυτό οργισμένος» (Ήσ. 27, 4)
Ενώ εμείς, συνήθως, νομίζουμε ότι ο Κύριος είναι οργισμένος μαζί μας και γι' αυτό μας στέλνει τις θλίψεις. Όχι. Πάντοτε να θυμάστε ότι στο Θεό δεν υπάρχει οργή. «Ο Θεός αγάπη εστίν» (Α' Ίω. 4, 8). Και η τέλεια αγάπη είναι ξένη προς την οποιαδήποτε αδικία.
Αλλά πολλές φορές, όταν ο Θεός μάς δίνει ένα σοβαρό χτύπημα, διά του οποίου μάς ταπεινώνει για να μάς υψώσει αργότερα, εμείς γογγύζουμε κατά του Θεού. Καταλαβαίνετε, όμως, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού; Όταν γογγύζουμε κατά του Θεού, αυτό σημαίνει ότι Τον θεωρούμε άδικο, θεωρούμε ότι Αυτός δεν μάς φέρεται σωστά και θα έπρεπε να μάς φερθεί κατά έναν διαφορετικό τρόπο. Όμως δεν είναι βαριά αμαρτία να κατηγορούμε το Θεό για αδικία και να Τον συκοφαντούμε; Βλέπετε, λοιπόν, πόσο βαριά αμαρτία είναι ο γογγυσμός κατά του Θεού. Γι' αυτό «εν φόβω τον της παροικίας υμών χρόνον αναστράφητε» (Α' Πέτρ. 1, 17). Πρέπει να προσέχουμε πολύ τα λάθη και τα εμπόδια στην πορεία μας προς τη Βασιλεία των Ουρανών. Αλλά περισσότερο απ' όλα τα άλλα πρέπει να φοβόμαστε να μην παραβαίνουμε τη μεγάλη εντολή του Χριστού: «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε»(Μτ. 7, 1). Και γογγυσμός κατά του Θεού δεν είναι μόνο κρίση του Θεού αλλά και κατάκρισή Του.
Ας αφήσουμε την κρίση αυτή σ' εκείνους τους δυστυχείς ανθρώπους που εκούσια καταστρέφουν τον εαυτό τους. Τους οποίους ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός δεν τους διορθώνει ούτε τους τιμωρεί, επειδή είναι αδιόρθωτοι και αθεράπευτοι. Εμείς μόνο να ζητάμε την βοήθειά Του για το δρόμο της σωτηρίας μας, να Τον δοξολογούμε και να Τον τιμούμε πάντοτε μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το Άγιο Πνεύμα. Αμήν.


Πηγή:  http://proskynitis.blogspot.gr/

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

«Μη μέτρει σεαυτόν εν παντί έργω σου» (Αββάς Ησαΐας)

DSCN0720


Μην κάθεσαι να κρίνης τον εαυτό σου για κάτι που έχεις κάνει – κάλο, κακό, αρετή, αμαρτία, ή να τον συγκρίνεις με τους άλλους.
Πόσες φορές το αντιμετωπίζουμε αυτό! Ας επιλανθανώμεθα των όπισθεν και ας μην μας ενδιαφέρη το τι κάναμε. Διότι, εξετάζοντας τι κάναμε, ανακαλύπτουμε ότι κάναμε κάτι σπουδαίο ή κάτι κακό, κάτι μεγαλύτερο και ωραιότερο και επιτυχέστερο από αυτό που κάνει ο άλλος, ή κάτι μικρότερο. Είτε καθ’ εαυτό το κρίνουμε είτε εν σχέσει προς τον άλλον, θα περιπέσωμε σε μια από τις δύο παγίδες: ή στην υπερηφάνεια, αν θα είναι καλό η καλύτερο, ή στην απογοήτευση, στην κακομοιριά, στην κατάπτωσι της υπάρξεως μας, αν δεν είναι καλό. Διότι, όσο και αν νομίζουμε ότι είμαστε ώριμοι, όσο και αν πιστεύουμε ότι έχομε δύναμι, μέσα μας φέρομε την αδυναμία του Αδάμ και της Εύας, το εύθραυστο εγώ, που μας κληροδότησαν οι προπάτορες μας.
Για να μένης λοιπόν ατάραχος στους λογισμούς σου, ποτέ μην κάθεσαι να λογαριάσης τι έκανες. Αυτό ισχύει για κάθε τι που μας συμβαίνει.
Πως όμως θα εξομολογηθώ, εάν δεν κρίνω; Στην εξομολόγηση δεν κάνω ανάλυσι των έργων μου, αλλά αναφορά των αμαρτημάτων μου. Αυτό είναι διαφορετικό, διότι δεν αξιολογώ τα έργα μου, απλώς τα αναφέρω. Δεν κάθομαι προηγουμένως να σκεφθώ τι έκανα και τι δεν έκανα, διότι αυτό δημιουργεί πνιγηρή ατμόσφαιρα στην ψυχή μου.
Εάν διαπιστώσουμε ότι πάμε καλύτερα, καταλαβαίνετε σε τι βαθμό εγωισμού μπορούμε να πέσουμε. Το «μη μέτρει σεαυτόν εν παντί έργω σου» είναι πραγματική σοφία. Οι περισσότεροι, όταν πέφτωμε, πέφτομε και γι’ αυτόν τον λόγο, ή τον χρησιμοποιούμε για να δικαιολογούμε τα πάθη μας. Αμάρτησα, λόγου χάριν, μια φορά και μετά λέγω: Τι ωφελεί τώρα να μετανοήσω; Τι κακομοιριά! Πόσο καταρρακώνεται έτσι το είναι μας!
Αρχιμ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτη
           http://www.diakonima.gr/

Ο καθένας μας κουβαλά στην καρδιά του το περιβάλλον όπως τό ζει



Κάποτε κάποιος νεαρός μόλις έφτασε σε μια Όαση στη μέση της Ερήμου της Ιουδαίας, συνάντησε τον γέρο - Ελισαίο και τον ρώτησε:
-Τι είδους άνθρωποι ζουν σ’ αυτόν τον τόπο, γέροντα;
-Τι είδους άνθρωποι ζούσαν στον τόπο σου, παιδί μου; Ρώτησε με τη σειρά του ο γέροντας.
- Μια κοινωνία εγωιστών και κακών, απάντησε ο νεαρός, είμαι χαρούμενος που έφυγα από κοντά τους.
-Τους ίδιους θα βρεις κι εδώ, παιδί μου, απάντησε στοχαστικά ο γέρο - Ελισαίος.

Την ίδια μέρα πέρασε από την Όαση να πιει νερό και να ξεκουραστεί ένας άλλος νεαρός και ρώτησε τον γέρο - Ελισαίο:
Γέροντα, τι είδους άνθρωποι ζουν εδώ;
Ο γέροντας απάντησε με την ίδια ερώτηση:
-Τι είδους άνθρωποι ζουν στον τόπο από τον οποίο έρχεσαι, παιδί μου;
Ο νεαρός απάντησε:
-Μια θαυμάσια ομάδα ανθρώπων, φιλική, ειλικρινής, φιλόξενη. Είναι πολύ λυπηρό που πρέπει να τους αφήσω.
-Τον ίδιο τύπο ανθρώπων θα συναντήσεις κι εδώ, είπε ο γέρο- Ελισαίος.

Ο μικρός εγγονός του που άκουσε τις συνομιλίες τον ρώτησε σαν έμειναν οι δυο τους:
-Παππού, πώς γίνεται να δώσεις τόσο διαφορετικές απαντήσεις στην ίδια ερώτηση;
Κι ο γέρο-Ελισαίος απάντησε:
-Άκου, παιδί μου. Ο καθένας μας κουβαλά στην καρδιά του το περιβάλλον στο οποίο ζει. Αυτός, που δε βρήκε τίποτε καλό στα μέρη από όπου πέρασε δεν θα συναντήσει ούτε κι εδώ κάτι καλό. Εκείνος που συνάντησε φίλους εκεί θα βρει κι αυτό μην το ξεχνάς ποτέ καθώς θα μεγαλώνεις εδώ. Κι αυτό διότι στην πραγματικότητα η ψυχική στάση είναι το μόνο πράγμα στη ζωή μας που μπορούμε να ελέγχουμε απόλυτα. Αυτό μην το ξεχνάς ποτέ καθώς θα μεγαλώνεις!

http://amethystosbooks.blogspot.gr/

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2014

Ορθόδοξη πίστη και ζωή

Γράφει ο Μοναχός ΜΩΥΣΗΣ, Αγιορείτης

Η πίστη δεν είναι κάποια αόριστη και αφηρημένη θεωρία, μια ωραία ιδεολογία και μια συμφέρουσα θρησκευτική άποψη. Η ορθόδοξη πίστη είναι βίωμα, ήθος, τρόπος ζωής και υπάρξεως.
Πίστη σημαίνει η ζωή του Χριστού να γίνει ζωή μου. Θα καταθέσω τη σκέψη μου ως ένας απλός πιστός, ένας ταπεινός μοναχός, ένας ειλικρινής άνθρωπος.
Η σύνδεση με τον Χριστό μας οδηγεί σε όλη την αλήθεια. Ο μεγάλος Θεός γίνεται μικρός, προσφιλής και οικείος, για να χωρέσει στον νου και στην καρδιά μας. Ο άνθρωπος από άτομο γίνεται πρόσωπο αγαπώντας ανιδιοτελώς και θυσιαστικώς...
Η ηθική ζωή συνίσταται στην ελεύθερη τήρηση των ευαγγελικών αρετών. Στην αγαθοεργία και την παθοκτονία. Κάθε ανθρώπινο πρόσωπο, έστω και αν παραστράτησε και αιχμαλωτίστηκε, διατηρεί τη μοναδικότητα και ιερότητα του «κατ’ εικόνα». Κάθε άνθρωπος με τη συνείδησή του έχει πνοή Θεού μέσα του και ως εκ τούτου είναι αξιότιμος αξιοσέβαστος και αξιοπρόσεκτος. Αξίζει τη συμπάθειά μας. Η τιμή και η αγάπη δεν θα πρέπει να ανήκει μόνο στους μεγάλους, τους κατέχοντες,
τους νέους, τους ωραίους, τους ευφυείς και ηθικούς, αλλά και στους διανοητικώς και σωματικώς ανάπηρους, τους υπέργηρους, τους ανήμπορους και τους άσημους φτωχούς.
Η ορθόδοξη πίστη κάνει τον άνθρωπο να μην απελπίζεται ποτέ. Μάλιστα τον οδηγεί στη δωρεά, στην ευεργεσία, στη φιλανθρωπία, στη συμπαράσταση και στην ανακούφιση. Βλέποντας ο πιστός στο πρόσωπο του άλλου τον Χριστό γίνεται πιο ανεκτικός, πιο επιεικής, πιο φιλικός, πιο συγκαταβατικός, πιο συγχωρητικός και υποχωρητικός. Η Ορθοδοξία δεν αντιμάχεται την επιστήμη. Τον επιστήμονα όμως τον θέλει σεμνό, ταπεινό, ήπιο και καλοκάγαθο. Δεν τον θέλει αυθάδη, αντάρτη, αυθαίρετο, ασεβή και αρνησίθεο. Όσους δεν πιστεύουν δεν θα πρέπει να τους βλέπουμε με την άκρη του ματιού μας βιαστικά. Κάποιον πόνο μεγάλο έχουν, κάποια αντίδραση, κάτι που δεν τους αφήνει να εκφραστούν εγκάρδια.
Η υπερηφάνεια θα πρέπει να είναι άγνωστη στον γνήσιο ορθόδοξο πιστό. Η υπερηφάνεια αύξησε τις ψυχικές διαταραχές, τα άγχη, τις θλίψεις, τις απογοητεύσεις, τις καχυποψίες, τις φαντασίες, τις απομονώσεις και τις ταραχές. Έτσι ανικανοποίητος και ανισόρροπος ταλαιπωρείται ο ίδιος και ταλαιπωρεί και τους άλλους. Ο πιστός Χριστιανός έχει τη γλυκιά χαρά της ταπεινώσεως και ικανοποιείται παντού και πάντοτε. Ο ενστερνισμός της παραμελημένης αγίας ταπεινώσεως θα εξισορροπήσει και θα ανορθώσει τον πεσμένο άνθρωπο.
Θα πρέπει η ορθόδοξη πίστη να μεταποιηθεί και εκσυγχρονιστεί για να ικανοποιήσει τους σύγχρονους ανθρώπους; Πιστεύουμε ακράδαντα όχι. Ο Χριστός επανερχόμενος στον κόσμο θα έλεγε τα ίδια πράγματα. Η καρδιά του ανθρώπου πάντα ζητά την αλήθεια. Αυτή την αλήθεια καλούμαστε να προσφέρουμε με περισσή αγάπη. Οι εκπτώσεις εδώ δεν ωφελούν, όπως και τα δυσβάστακτα φορτία. Δεν θα αυξήσουμε τους ακόλουθούς μας με το να τους χαϊδεύουμε τα αυτιά. Σκοπός μας δεν είναι να δημιουργήσουμε οπαδούς που θα μας χειροκροτούν και επιδοκιμάζουν. Το κυρίως ζητούμενο είναι η αγιότητα. Η αγιότητα θα σώσει τον κόσμο. Μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία συνεχίζει να γεννά και σήμερα αγίους.
Καλούμαστε, αγαπητοί μου, να βιώσουμε, να δοξάσουμε και να εμπνεύσουμε την αγιότητα. Η απόκτηση της αγιότητας δεν είναι προς αύξηση των μετοχών μας προς την επαινοθηρία, αλλά από μεγάλη αγάπη προς τον Θεό και προς τη δόξα του. Από φιλότιμο και αγώνα για μια ζωή ενάρετη, ευχάριστη, ησύχια και ελεύθερη. Πηγή του αγιασμού είναι ο Πανάγαθος Θεός, που αποτελεί τη μοναδική αυτοαγιότητα. Μόνο με τη Χάρη του Θεού μπορούμε να φθάσουμε στην αγιότητα. Η ανεξαρτητοποιημένη αυτοθέωση είναι άγνωστη στην ορθόδοξη πνευματική ζωή.
Όπως και άλλοτε έχουμε πει ο κύριος λόγος της υπάρξέώς μας είναι η συνάντηση με τον Θεό. Η πορεία μας προς τον αγιασμό δεν είναι μία καθαρά ιδιωτική υπόθεση. Υπάρχει μέσα στο σώμα της Εκκλησίας και στην ορθόδοξη παράδοση. Επηρεάζει η κίνησή μας αυτή και τους γύρω μας, τους οποίους βοηθάμε καλύτερα με το παράδειγμα. Γινόμαστε τότε πιο συγκαταβατικοί, πιο συνεννοήσιμοι, πιο ευχάριστοι. Η αλήθεια να ομολογείται άφοβα πάντοτε, αλλά χαμηλόφωνα, τεκμηριωμένα, ήπια.
Η ορθόδοξη πίστη μας οδηγεί στην προσευχή για τους άλλους, στο να δίνουμε παρά να παίρνουμε, να χαιρόμαστε στη χαρά του άλλου, να λυπούμαστε στη λύπη του, να σκεπτόμαστε τον αιώνιο προορισμό μας, να μάθουμε να υπομένουμε, να ελπίζουμε, να εγκρατευόμαστε και να χαιρόμαστε την απλότητα και τη λιτότητα.

πηγή: Μακεδονία, 19/2/2012
http://paterikos.blogspot.gr/

Περί της ώρας του θανάτου – Άγιος Λουκάς ο Ιατρός

Πριν γίνει ο προφήτης Δαβίδ βασιλιάς του Ισραήλ υπηρετούσε τον βασιλιά Σαούλ. Ο Σαούλ, επειδή γνώριζε ότι ο Δαβίδ θα πάρει το θρόνο, τον καταδίωκε, προσπαθώντας να τον θανατώσει. Μια φορά όταν η ζωή του κινδύνευε, ο προφήτης Δαβίδ είπε σ' αυτούς που ήταν τότε μαζί του· «Ένα βήμα με χωρίζει από τον θάνατο» (Α' Βασ. 20, 3).

Θυμήθηκα τώρα αυτά τα λόγια γιατί πριν μία εβδομάδα έπρεπε να τα πω και εγώ. Ένα μόνο βήμα με χώριζε από το θάνατο. Για ένα διάστημα ήμουν σχεδόν πεθαμένος, σχεδόν καθόλου δεν είχα σφυγμό και η καρδιά μου παρά λίγο να σταματήσει να χτυπά. Αλλά ο Κύριος με σπλαχνίστηκε. Και τώρα ακόμα είμαι αδύναμος και μόνο καθισμένος μπορώ να μιλάω με σας.
Θέλω να σας πω κάτι πολύ σημαντικό, θέλω να σας πω για την μνήμη του θανάτου, διότι ο θάνατος βρίσκεται πολύ κοντά στον καθένα μας, όπως ήταν τόσο κοντά σε μένα το προηγούμενο Σάββατο. Ο καθένας από μας μπορεί να πεθάνει ξαφνικά, τότε που δεν περιμένει. Γνωρίζετε ότι η ζωή πολλών ανθρώπων τελειώνει ξαφνικά και απρόοπτα.
Να θυμάστε πάντα, χαράξτε στην καρδιά σας τον λόγο αυτό του Χριστού· «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι» (Λκ. 12, 35). Να θυμάστε πάντα τον λόγο αυτό και ποτέ να μην τον λησμονήσετε. Όταν οι άνθρωποι ετοιμάζονται να περπατήσουν ένα μακρύ δρόμο ή να κάνουν μία δύσκολη εργασία δένουν στη μέση τους το ζωνάρι. Και όταν περπατάνε μέσα στο σκοτάδι της νύχτας έχουν μαζί τους λυχνάρια και είναι σημαντικό γι' αυτούς τα λυχνάρια αυτά να είναι πάντα αναμμένα.

Το ίδιο και στην πνευματική μας ζωή, η μέση μας πρέπει να είναι ζωσμένη και τα λυχνάρια μας αναμμένα. Πρέπει να είμαστε ακούραστοι εργάτες του Θεού και να αγωνιζόμαστε πάντα κατά του διαβόλου, ο οποίος σε κάθε μας βήμα προσπαθεί να μας αποτρέψει από τον Χριστό και να μας θανατώσει με τους πειρασμούς. Γι' αυτό ο Κύριος Ιησούς Χριστός μας έδωσε αυτή την εντολή· «Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι».
Ποτέ να μην λησμονείτε ότι η επίγεια ζωή μάς δόθηκε για να προετοιμαστούμε για την ζωή την αιώνια και η τύχη μας στην αιώνια ζωή θα κριθεί απ’ αυτό, πώς ζήσαμε εδώ.
Να είστε πιστοί στον Χριστό, πιστοί με τον τρόπο που ο ίδιος έδειξε στην Αποκάλυψη του αποστόλου και ευαγγελιστού Ιωάννου. Εκεί Αυτός λέει· «Γίνου πιστός άχρι θανάτου, και δώσω σοι τον στέφανον της ζωής» (Απ. 2, 10).
Πρέπει να είμαστε πιστοί στον Θεό, πρέπει ακούραστα κάθε μέρα, κάθε ώρα και κάθε στιγμή να υπηρετούμε τον Θεό. Η ζωή μας είναι σύντομη, δεν μπορούμε να σπαταλάμε άσκοπα αυτές τις λίγες ώρες και ημέρες της ζωής μας, πρέπει πάντα να σκεφτόμαστε την ώρα του θανάτου.
Όλοι οι άγιοι ασκητές είχαν πάντα στο νου τους την μνήμη του θανάτου. Μέσα στα κελλιά τους είχαν κρανίο για να το βλέπουν και να θυμούνται το θάνατο. Με δάκρυα το κοιτούσαν, σκεφτόμενοι ότι και αυτοί θα ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο. Υπηρετούσαν ακούραστα τον Θεό και δούλευαν εις τον Κύριον, όπως το έκανε ο όσιος Σεραφείμ του Σαρώφ. Εκείνοι, όπως και εσείς, άκουγαν κάθε μέρα στον εσπερινό τα λόγια του 33ου ψαλμού· «Θάνατος αμαρτωλών πονηρός» (Ψαλ. 33, 22). Όπως και εσείς, άκουγαν και αυτοί· «Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος των όσιων αυτού» (Ψαλ. 115, 6). Φοβερό θάνατο έχουν οι αμαρτωλοί. Και έχω δει πολλά παραδείγματα. Όμως ένα γεγονός που έχω δει πρίν 40 χρόνια τόσο βαθιά αποτυπώθηκε στη μνήμη μου που δεν θα το ξεχάσω ποτέ.
Ήμουν τότε επαρχιακός γιατρός και με κάλεσαν στο σπίτι ενός πολύ γνωστού σ' εκείνη την περιοχή πλούσιου γαιοκτήμονα, που ήταν άνθρωπος πολύ κακός. Όταν μπήκα μέσα στο σπίτι του μού έκανε εντύπωση η ακαταστασία που υπήρχε εκεί. Άνθρωποι έτρεχαν από δω και από κει. Πάνω στο κρεβάτι ήταν ξαπλωμένος ένας γέρος με πρόσωπο κατακόκκινο που μόλις με είδε άρχισε κυριολεκτικά να ουρλιάζει. Έλεγε· «Γιατρέ, παρακαλώ, σώσε με! Πεθαίνω και μόνο με τη σκέψη, ότι μπορώ να πεθάνω».
Πού ήταν πριν εκείνος ο άνθρωπος, τι σκεφτόταν όταν ταλαιπωρούσε τους άλλους; Τι σκεφτόταν όταν τους έπαιρνε όλα τους τα χρήματα; Τώρα ο θάνατος ήλθε, είναι εδώ και είναι αργά πλέον να λες· «Πεθαίνω και μόνο με τη σκέψη, ότι μπορώ να πεθάνω». Θα έπρεπε η ζωή σου να ήταν τέτοια ώστε να μην φοβάσαι τον θάνατο.
Ποιος δεν φοβάται τον θάνατο; Μόνο αυτός που ακολουθεί τον Χριστό, που όλη την ζωή του κατευθύνει με σκοπό να τελεί τις εντολές του. Τέτοιοι άνθρωποι δεν φοβούνται τον θάνατο. Γνωρίζουν την υπόσχεση που έδωσε ο Κύριος Ιησούς Χριστός στους μακαρισμούς· «Χαίρετε και αγαλλιάσθε, ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς» (Μτ. 5, 12).
Τελείως διαφορετικός ήταν ο θάνατος των αγίων. Ο άγιος Σεραφείμ πέθανε γονατισμένος μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, στην οποία προσευχόταν πάντα. Έτσι στεκόμενος στα γόνατά του κοιμήθηκε και ήταν τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος του.
Ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός μας λέει· «Περιπατείτε έως το φως έχετε, ίνα μη σκοτία υμάς καταλάβη» (Ιω. 12, 35). Ακόμα έχετε το φως του Χριστού, ακόμα έχετε την δυνατότητα να πηγαίνετε στο ναό, να ακούτε τις εντολές, να ακούτε το Ευαγγέλιο. Να περπατάτε μέσα σ' αυτό το φως. Γιατί, όταν έλθει ο θάνατος, το φως αυτό θα σβήσει για σας. Πέραν του τάφου δεν υπάρχει μετάνοια και θα πάρετε ανταπόδοση σύμφωνη με όσα έχετε κάνει στη ζωή σας.
Περπατάτε λοιπόν στο φως όσο έχετε το φως, για να μην σας καταλάβει το σκοτάδι, το σκοτάδι το αιώνιο, το σκοτάδι του θανάτου. Ο θείος απόστολος Παύλος λέει· «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β' Κορ. 6, 2). Τώρα, όσο ζούμε, είναι για μας καιρός ευπρόσδεκτος, καιρός σωτηρίας. Τώρα πρέπει να σκεφτόμαστε την σωτηρία μας και να προετοιμαζόμαστε για την αιώνια ζωή. Αυτό κάνουν όλοι οι χριστιανοί, όλοι όσοι αγαπάνε τον Χριστό.
Πριν 70 χρόνια ζούσε στην Αγία Πετρούπολη ένας γιατρός που λεγόταν Γαάζ. Αυτός υπηρετούσε στις φυλακές και είχε καρδιά αγαθή, καρδιά γεμάτη ευσπλαχνία και αγάπη για τους ανθρώπους. Από την θέση του, του γιατρού των φυλακών, προσπαθούσε όσο μπορούσε να βοηθήσει τους δυστυχισμένους ανθρώπους που κρατιούνταν εκεί. Έβλεπε πως έστελναν στα κάτεργα αλυσοδέσμιους κατάδικους, γνώριζε ότι θα περπατήσουν με τα πόδια χιλιάδες βέρστια μέχρι να φτάσουν στην Σιβηρία και η καρδιά του έσφιγγε από τον πόνο. Για να αισθανθεί τον πόνο τους μια φορά φόρεσε στα πόδια του αλυσίδες και περπατούσε μ' αυτές ώρες στην αυλή του σπιτιού του. Όταν βρισκόταν στην κλίνη του θανάτου, ο άγιος αυτός άνθρωπος και γιατρός, είπε στους συγκεντρωμένους γύρω του ανθρώπους τα εξής θαυμαστά λόγια, τα οποία πρέπει να τα βάλουμε καλά στο νου μας· «Να βιάζεστε να κάνετε καλό για τους άλλους». Να βιάζεστε γιατί ο θάνατος όλους μάς περιμένει. Να μην είστε επιπόλαιοι, να είστε πιστοί μέχρι θανάτου και θα σας δώσει ο Θεός το στέφανο της ζωής.
Ο προφήτης Ησαΐας είπε ένα λόγο, τον οποίο επίσης πρέπει καλά να θυμόμαστε και που πρέπει βαθιά να αποτυπωθεί στην καρδιά μας· «Έκστητε, λυπήθητε, αι πεποιθυΐαι, εκδύσασθε, γυμναί γένεσθε, περιζώσασθε σάκκους τας οσφύας» (Ησ. 32, 11).
Τρέμετε ανέγνοιαστες, να έχετε την μνήμη του θανάτου, να σκέφτεστε πάντα την ώρα όταν θ' αφήσετε αυτή την ζωή και ποτέ να μην το ξεχνάτε. Και για να μην το ξεχνάμε, για να μπορέσουμε να ακολουθήσουμε την οδό του Χριστού και να μην φοβόμαστε τον θάνατο, χρειαζόμαστε βοήθεια από τον Παντοδύναμο Θεό. Χωρίς αυτή την βοήθεια δεν θα νικήσουμε τους πειρασμούς του διαβόλου, γι' αυτό πρέπει να ζητάμε να μάς στείλει ο Θεός την χάρη του. Κύριε, ελέησε μας τους αμαρτωλούς, Κύριε, βοήθησε μας!
Πρέπει να Τον ικετεύουμε έτσι όπως Τον ικέτευε η γυναίκα η ειδωλολάτρισσα, για την οποία ακούσατε σήμερα στο ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτή ήταν Χαναναία και όταν είδε τον Χριστό με τους μαθητές του άρχισε να φωνάζει δυνατά και να Τον ικετεύει· «Ελέησόν με, Κύριε, υιέ Δαυΐδ· η θυγάτηρ μου κακώς δαιμονίζεται» (Μτ. 15, 22). Αλλά ο Κύριος δεν της έδινε σημασία και συνέχιζε σιωπηλά το δρόμο του. Η γυναίκα συνέχιζε να Τον ικετεύει, όμως Εκείνος δεν απαντούσε. Στο τέλος οι μαθητές του Τού είπαν· «Απόλυσον αυτήν, ότι κράζει όπισθεν ημών» (Μτ. 15, 23). Και ο Κύριος απάντησε· «Ουκ απεστάλην ει μη εις τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ» (Μτ. 15, 24). Η γυναίκα όμως συνέχιζε να Τον ικετεύει. Τι της είπε τότε ο Κύριος; «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις» (Μτ. 15, 26). Και άκουσε μία απάντηση καταπληκτική για την ταπείνωση και την πραότητα» «Ναι, Κύριε· και γαρ τα κυνάρια εσθίει από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης των κυρίων αυτών» (Μτ. 15, 27), – δώσε μου, Κύριε, ένα ψίχουλο από το έλεός σου. Σταμάτησε ο Κύριος, όταν το άκουσε, και της είπε· «Ω γύναι, μεγάλη σου η πίστις! Γενηθήτω σοι ως θέλεις, και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης» (Μτ. 15, 28).
Πολλοί από μάς έχουν ζωή που δεν αρμόζει στους χριστιανούς. Πολλοί είναι βεβαρημένοι με διάφορες αμαρτίες, πολλοί έχουν ξεχάσει τον λόγο του Θεού· «Το κέντρον του θανάτου η αμαρτία» (Α' Κορ. 15, 56). Ο θάνατος πληγώνει αυτόν που είναι δούλος της αμαρτίας. Τότε, αν είμαστε τόσο αδύναμοι, αν το ένδυμα της ψυχής μας είναι όλο μαύρο από τις αμαρτίες μας, δεν είμαστε και εμείς σαν τα σκυλιά, δεν πρέπει και εμείς να κράζουμε προς τον Θεό, όπως έκραζε εκείνη η Χαναναία γυναίκα; «Κύριε, είμαι σαν το σκυλί, αλλά ελέησόν με!»
«Έστωσαν υμών αι οσφύες περιζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι». Αμήν.
Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας του Ιατρού
Λόγοι και Ομοιλίες, Τόμος Γ'
Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»
http://eikonografies.gr
Ενα Πείραμα σέ Βάθος